MENU
MENU

Η Λ.Φ.Σ. ' ΙΑΣΩΝ ' στο Ορυκτολογικό-Μεταλλευτικό Μουσείο Λαυρίου

Προγραμματισμένη ήταν, η επίσκεψη στο ορυκτολογικό – μεταλλευτικό μουσείου του Λαυρίου. Έτσι, το πρωί της Κυριακής 17/4/2016, 25 μέλη και φίλοι της Λέσχης Φουσκωτών Σκαφών ‘ ΙΑΣΩΝ ‘, συγκεντρώθηκαν στον προαύλιο χώρου του μουσείου και χωρίστηκαν σε δύο ομάδες, με ισάριθμους ξεναγούς.
 

Με πολύ ευγένεια, υπομονή και φιλική διάθεση, μας είπαν πολλά για την ιστορία των μεταλλείων, την κοινωνική δομή των μεταλλωρύχων και των οικογενειών τους, τα προβλήματα που αντιμετώπισαν, τους αγώνες τους για καλύτερες συνθήκες δουλειάς και τέλος το μαρασμό που επήλθε, όταν η κατάσταση στην παγκόσμια αγορά άλλαξε.
 

Οι πληροφορίες που ακολουθούν, αντιγράφηκαν αυτούσιες με τα ονόματα των δημιουργών τους. Κλείνοντας, να αναφέρω, πως έπειτα από συνεννόηση, ακολούθησε συνεστίαση σε τσιπουράδικο της περιοχής. Η επιλογή, αποδείχθηκε άκρως επιτυχημένη, καθώς όλα ήταν εξαιρετικά. Σε ποσότητα, ποιότητα και αποτίμηση …

 


Τα μεταλλεία Λαυρίου και το Λαυρεωτικό ζήτημα

 

Ορυκτολογικό-Μεταλλευτικό Μουσείο Αγ. Κωνσταντίνου (Καμάριζας) Λαυρεωτικής
 

Τα μεταλλεία του Λαυρίου γνώρισαν ιδιαίτερη άνθηση στην αρχαία εποχή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας και λειτούργησαν μέχρι και τον 2ο αιώνα μ.Χ. Το ενδιαφέρον γι' αυτά επανήλθε τη δεκαετία του 1860, όταν ο μεταλλειολόγος Ανδρέας Κορδέλλας, ως εμπειρογνώμονας του ελληνικού κράτος, συνέταξε ειδική έκθεση σχετικά με την επαναλειτουργία των λατομείων ύστερα από αίτηση που είχε υποβάλει προς τις αρμόδιες υπηρεσίες ο Γεώργιος Παχής που ήθελε να δημιουργήσει μεταλλεία. Στην έκθεση αυτή ο Κορδέλλας μεταξύ άλλων αποφαινόταν πως η εκμετάλλευση των μεταλλείων θα μπορούσε να είναι επικερδής γι'αυτό και θα έπρεπε να παραμείνει στην κυριότητα του ελληνικού κράτους.
 

Την ίδια περίοδο ο Ιωάννης Βαπτιστής Σερπιέρης έλαβε γνώση σχετικά με τα μεταλλεύματα του Λαυρίου. Γι'αυτό το λόγο επισκέφθηκε την Ελλάδα όπου ήρθε σε επαφή με τον Ανδρέα Κορδέλλα, ο οποίος και τον έπεισε να αναζητήσει τα απαραίτητα κεφάλαια προκειμένου να εκμεταλλευτεί τα μεταλλεύματα αργυρούχου μολύβδου, αλλά και τα υπολείμματα από τις αρχαίες εκμεταλλεύσεις, όπως ακριβώς έκανε και ο πατέρας του στη Σαρδηνία.

 

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα ίδρυσε, το 1864, την εταιρεία "Roux - Serpieri - Fressynet C.E." Το ίδιο έτος πέτυχε να χορηγηθεί στην εταιρεία άδεια από το υπουργείο Οικονομικών για την εκμετάλλευση των Μεταλλείων. Γι'αυτό το λόγο παραχωρήθηκαν 10.791 στρέμματα, ενώ η συνολική επένδυση της εταιρείας υπολογίζεται στο μισό εκατομμύριο φράγκα και ήταν μια από τις σημαντικότερες της εποχής στον τομέα της βιομηχανίας.Το 1865 είχαν πια τοποθετηθεί οι κάμινοι και είχε αρχίσει να παράγεται μεταλλικός αργυρούχος μόλυβδος.

Η εκμετάλλευση των εκβολάδων
Ανδρέας Κορδέλλας,
 

Η εκμετάλλευση των καταλοίπων από τις εξορύξεις και τις επεξεργασίες, που γίνονταν στην αρχαία Ελλάδα και υπήρχαν στην επιφάνεια του εδάφους, απέφερε στην εταιρεία σημαντικό κέρδος. Με βάση τον ισχύοντα τότε νόμο η εταιρεία δεν απέδιδε φόρο στο ελληνικό δημόσιο για την εκμετάλλευση αυτών. Η αντιπολίτευση, με προεξέχοντα τον Επαμεινώνδα Δεληγεώργη, επισήμανε το συγκεκριμένο ζήτημα με αποτέλεσμα λόγω της πίεσης αυτής αλλά και εκ μέρους της κοινής γνώμης, η τότε κυβέρνηση Κουμουνδούρου προχώρησε στην ψήφιση του νόμου Υ΄ περί Λαυρίου βάσει του οποίου θεσπίζονταν οι προϋποθέσεις για την εκμετάλλευση των εκβολάδων καθώς και αυστηρή φορολογία για την εκμετάλλευσή τους. Ο συγκεκριμένος νόμος κάλυψε το νομικό κενό που υπήρχε προστατεύοντας παράλληλα τα δικαιώματα του δημοσίου.
 

Η εταιρεία αντέδρασε έντονα υποστηρίζοντας πως στην παραχώρηση των μεταλλείων δεν διευκρινιζόταν αυτή η παράμετρος και ως εκ τούτου είχε δικαίωμα εξόρυξης και του υπόγειου αλλά και του υπέργειου πλούτου. Η εταιρεία προτίμησε να απευθυνθεί στην ιταλική και γαλλική κυβέρνηση προκειμένου να μεσολαβήσουν υπέρ της απαιτώντας αποζημίωση 20 εκατομμυρίων φράγκων. Η κυβέρνηση Κουμουνδούρου αντιπρότεινε έντεκα εκατομμύρια φράγκα. Οι πιέσεις των ξένων δυνάμεων με τον καιρό άρχισαν να γίνονται εντονότερες ενώ όλες οι διαπραγματεύσεις πραγματοποιούντο υπό την δαμόκλειο σπάθη των κανονιοφόρων που απειλούσαν ότι θα στείλουν.
 

Μέσα σε αυτό το κλίμα έντασης και πιέσεων η κυβέρνηση Κουμουνδούρου παραιτήθηκε και σχηματίστηκε κυβέρνηση υπό τον Θρασύβουλο Ζαΐμη, η οποία όμως παραιτήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου του 1871 οπότε σχηματίστηκε κυβέρνηση υπό τον Δημήτριο Βούλγαρη. Κατά τη διάρκεια της θητείας αυτής οι διαπραγματεύσεις πάγωσαν για ένα διάστημα. Μετά και την αποπομπή της κυβέρνησης Βούλγαρη, πρωθυπουργός διορίστηκε ο Ε. Δεληγεώργης, του οποίου η κυβέρνηση κράτησε σκληρή στάση απέναντι στις ξένες κυβερνήσεις.
 

Μπροστά στο αδιέξοδο, ο πρωθυπουργός και ο βασιλιάς Γεώργιος, ο οποίος διαδραμάτιζε παρασκηνιακό ρόλο σε όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, απευθύνθηκαν στον ομογενή τραπεζίτη Ανδρέα Συγγρό που είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα προερχόμενος από την Κωνσταντινούπολη. Ο τελευταίος, ως πληρεξούσιος της Τράπεζας Κωνσταντινουπόλεως, κατόρθωσε να έρθει σε συμφωνία με την γαλλοιταλική εταιρία και τον Φεβρουάριο του 1873 υπογράφηκε συμφωνία μεταβίβασης των μεταλλείων σε νεοσυσταθείσα εταιρεία με την επωνυμία Ελληνική Εταιρεία Μεταλλουργείων Λαυρίου.
 

Από την αρχή της διένεξης η πολιτική δημαγωγία, με πρωταγωνιστή τον Δεληγεώργη, σχετικά με τα αμύθητα πλούτη του Λαυρίου δημιούργησε έναν μύθο. Η πίστη σχετικά με την αξία του μεταλλείου αυξανόταν καθημερινά. Κυρίαρχη ήταν η αίσθηση ότι το Λαύριο θα πλούτιζε μια για πάντα τον κάθε Έλληνα ενώ από μερίδα του τύπου χαρακτηριζόταν ως το ελληνικό Ελντοράντο. Η φημολογία γύρω από τα τεράστια αποθέματα του Λαυρίου οδήγησαν χιλιάδες Έλληνες, απ' όλες τις οικονομικές τάξεις, στην αγορά μετοχών εκτοξεύοντας συνεχώς την τιμή τους.
 

Με την πάροδο του χρόνου οι προσδοκίες εξαντλήθηκαν με συνέπεια η τιμή της μετοχής να καταγράψει ραγδαία πτώση (σχεδόν 70%). Η πτώση αυτή είχε σαν αποτέλεσμα τον διπλασιασμό των πτωχεύσεων και τον εξανεμισμό των μικροαποταμιεύσεων, χαρακτηρίζεται δε ως η μεγαλύτερη μεταφορά κεφαλαίου στην Ελλάδα από τις κατώτερες τάξεις στις ανώτερες.

 


Τεχνολογικό Πάρκο Λαυρίου: άλλοτε και τώρα…
του Πέτρου Τζεφέρη
 

Το Τεχνολογικό και Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου (Τ.Π.Π.Λ.) έχει δισυπόστατο χαρακτήρα: έρευνα, τεχνολογική ανάπτυξη και παραγωγή από τη μια. Πολιτισμός και Εκπαίδευση από την άλλη.
 

Μνήμες, θύμησες, αγάπη για τα μεταλλεία, για την ιστορία του Λαυρίου, όλα συνυφασμένα με την εξέλιξη στη μεταλλευτική/μεταλλουργική παράδοση της περιοχής, η οποία επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τον οικονομικό και βιομηχανικό τομέα της Ελληνικής κοινωνίας του 19ου και 20ου αιώνα. Όταν το Λαύριο ήταν μια πόλη με 10.000 κατοίκους που παρήγαγε το 3% της παγκόσμιας παραγωγής μολύβδου από σκουριές και εκβολάδες και με μια ευημερία που καθρεφτίζεται στα νεοκλασικά του σπίτια!
 

Ολόκληρο το κτιριακό βιομηχανικό συγκρότημα της Μεταλλουργίας στη Λαυρεωτική μοιάζει με υπαίθριο μουσείο της εξέλιξης της μεταλλουργικής τεχνικής. Κτίρια που από μόνα τους είναι η ίδια η ιστορία, που μαρτυρούν τον αγώνα για ζωή και επιβίωση, κτίρια των οποίων η χρήση επαναπροσδιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό και εξυπηρετούν πλέον επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας.
 

Να θυμίσω ότι εκτός από τα μεταλλευτικά πλυντήρια και την επίπλευση με σκοπό την επεξεργασία των θειούχων εκβολάδων και των μεικτών θειούχων, η «σύγχρονη» εκμετάλλευση των μεταλλείων της περιοχής (19-20ου αιώνα) είχε να επιδείξει και ένα πλήρες μεταλλουργικό συγκρότημα που περιελάμβανε τις εργασίες της φρύξης, της πλινθοποίησης και της αναγωγικής τήξης.
 

Ακόμη και τώρα περιδιαβαίνοντας το συγκρότημα διακρίνει κανείς: Μηχανουργείο, Θραυστήρες, παλιά πλυντήρια, μηχανήματα εμπλουτισμού με επίπλευση, καμίνια τήξης, ηλεκτρικό σταθμό με γερανογέφυρα, σταθμό παραγωγής γκαζιού, ξυλουργείο, τουβλοποιείο, αποθήκες κωκ και πρώτων υλών, μονάδα φρύξης, σακκόφιλτρα, απαγωγούς καπναερίων, αναλημματικούς τοίχους, κάδους μεταφοράς σε βαγονέτα κλπ. Και φυσικά το ετοιμόρροπο κτίριο Κονοφάγου όπου γίνονταν το φιλτράρισμα καπναερίων αλλά και τη στοά φιλοξενίας "ειδικών αποβλήτων" όπως εχει διαμορφωθεί σήμερα από το ΕΜΠ.
 

Mέχρι το 1933 το τελικό μεταλλουργικό προϊόν της τότε Γαλλικής Εταιρείας Μεταλλείων Λαυρίου (Γ.Ε.Μ.Λ, η οποία ήταν μια από τις μακροβιότερες μεταλλευτικές-μεταλλουργικές επιχειρήσεις της Ελλάδας, δραστηριότητα πάνω από 100 χρόνια) ήταν αργυρούχος σκληρός μόλυβδος. Μετά τέθηκε σε πλήρη λειτουργία η μονάδα της Απαργύρωσης και η μονάδα της κυπέλλωσης για την παραγωγή αργύρου. Η εταιρία αυτή από το 1877 κάνει την ίδια ακριβώς εργασία στο Λαύριο που έκαναν και οι αρχαίοι έλληνες, δηλαδή, εξόρυξη στα μεταλλεία αργυρούχου μολύβδου και εν συνεχεία μεταλλουργική κατεργασία και παραγωγή μολύβδου και αργύρου.
 

Η Φρύξη είναι η διεργασία εκείνη κατά την οποία τα συμπυκνώματα του γαληνίτη μετατρέπονται σε οξείδια μέσα σε ειδικές καμίνους. Η Επίπλευση είναι μια μέθοδος εμπλουτισμού μικτών μεταλλευμάτων. Ο σκοπός της είναι να διαχωρίζει τα διάφορα συστατικά τα οποία συνυπάρχουν στο προς κατεργασία μετάλλευμα με την προσθήκη χημικών αντιδραστηρίων και να εμπλουτίζει με αυτόν τον τρόπο τα μεταλλεύματα που έχουν αξία.

 

Αξίζει να μνημονευθεί ένα σημαντικό γεγονός που συνέβη στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και το οποίο αναφέρει ο καθηγητής Κ.Κονοφάγος στο "Αρχαίο Λαύριο". Όταν το 1941 ξεκίνησε η Γερμανοϊταλική κατοχή, οι συνέπειες ήταν ολέθριες για την ελληνική κοινωνία με άμεσο αποτέλεσμα την εξάπλωση λιμού κυρίως στα αστικά διαμερίσματα της χώρας. Η ίδια άσχημη κατάσταση επικρατούσε τότε και στο Λαύριο, που εκείνη την εποχή αριθμούσε 5.000 κατοίκους. Από αυτούς οι 752 πέθαναν από την πείνα μέσα σε έντεκα μήνες. Μπροστά σε αυτό το δράμα το 1942 ο Κ.Η. Κονοφάγος, μηχανικός τότε στην εταιρία, πρότεινε στην Κεντρική Διεύθυνση των Παρισίων να παράγουν, κρυφά από το στρατό κατοχής, μεταλλικό άργυρο. Έτσι εγκατέστησαν μια πρόχειρη κάμινο κυπέλλωσης και παρήγαγαν για πρώτη φορά στη Γ.Ε.Μ.Λ άργυρο «υπό τραγικές συνθήκες». Αυτό ήταν εφικτό, καθώς υπήρχαν 10.000 κιλά αργύρου σε μορφή αποθέματος τριπλού κράματος. Ο σκοπός ήταν να πωληθεί ο άργυρος στη μαύρη αγορά. Με τα χρήματα οργανώθηκε συσσίτιο για τα παιδιά που λιμοκτονούσαν!
 

Μετά τον πόλεμο συνεχίστηκε η παραγωγή μεταλλικού αργύρου, όμως από το 1950 άρχισαν να φαίνονται τα πρώτα σημάδια παρακμής. Η δεκαετία του 1970 κρίθηκε καθοριστικής σημασίας για τη Γ.Ε.Μ.Λ. Ήταν η δεκαετία που έκλεισαν οριστικά οι εργασίες στα μεταλλεία (έτος 1977) ενώ είχαν ήδη αρχίσει να αναδεικνύονται τα θέματα μόλυνσης της ατμόσφαιρας και οι συνέπειες που είχε αυτό στην υγεία των κατοίκων της Λαυρεωτικής. Tο 1989 σταμάτησε πλήρως και η μεταλλουργία (από το 1984 υπό κρατικό έλεγχο) ενώ είχε ήδη γίνει η πρόταση στην ελληνική πολιτεία για ίδρυση «Πάρκου Τεχνολογίας».
Το 1992 το κτηριακό συγκρότημα των βιομηχανιών της γαλλικής εταιρείας αγοράζεται από το Δημόσιο για να παραχωρηθεί στο Πολυτεχνείο με σκοπό τη δημιουργία ενός χώρου αφιερωμένου στην ανάπτυξη υψηλών, και περιβαλλοντικά φιλικών, τεχνολογιών, και ενός τεχνολογικού μουσείου.
 

Και η ερώτησή μου: τί γίνεται αλήθεια με αυτό το περίφημο «μουσείο τεχνολογίας»; Γνωρίζει κανείς; Ωραία η "Βίλα Σερπιέρι" όπου στεγάζονται τα Γραφεία Διεύθυνσης, ωραίο και το αμφιθέατρο, οι αίθουσες διαλέξεων και σεμιναρίων, ωραίο και το κεφεστιατόριο που συναντά κανείς στην είσοδο.
 

Και η αίθουσα του Μηχανουργείου, με ατμοσφαιρικό σκηνικό για καλλιτεχνικές και κάθε είδους εκδηλώσεις. Όμως εκεί δεν είχε προγραμματιστεί να στεγαστεί το «μουσείο τεχνολογίας»;
 

[βασίστηκε στην διδακτορική εργασία του Αθ. Μαρκουλή, Ιούνιος 2008 και στο σύγγραμμα του Κ. Κονοφάφου "Το αρχαίο Λαύριο"]

 


Το Λαύριο και το αναπόφευκτο τίμημα της ανάπτυξης
Του Δρ. Πέτρου Τζεφέρη
 

Πολλοί μιλάνε για το ασήμι των ορυχείων του Λαυρίου στο οποίο η Αθήνα χρωστάει τις 200 τριήρεις που της έδωσαν τη νίκη στη ναυμαχία της Σαλαμίνας και, σε μεγάλο βαθμό, το χρυσό αιώνα της. Άλλωστε, η έλλειψη παραγωγής αργύρου στο Λαύριο, λίγο πριν το τέλος του πελοποννησιακού πολέμου, υπήρξε μια από τις πιο σημαντικές αιτίες για την ήττα των Αθηναίων.
 

Ποιοί αλήθεια δούλεψαν και παρήγαγαν τους 3.500 τον. ασημιού και 1,5 εκατ. τον. μολύβδου από τον 6ο έως τον 1ο π.Χ αιώνα; Χιλιάδες δούλοι κι ελάχιστοι ελεύθεροι Έλληνες. Κι ακόμη με μια εξαιρετική για την εποχή μεταλλουργική τεχνολογία αλλά και με σημαντικότατη επίδραση στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, που ακόμη και σήμερα δεν έχει αξιολογηθεί στις ορθές της διαστάσεις.
 

Το αρχαίο Λαύριο ξανάζησε με την αναγέννηση της Ελλάδας στα τέλη του 19ου αιώνα. Επί 100 και πλέον χρόνια εξορύσσεται και πάλι αργυρούχος μόλυβδος (ο λιθάργυρος των αρχαίων) και γίνεται μολύβι και ασήμι. Το Λαύριο ξαναπαίρνει ζωή, παράγοντας το 3% της παγκόσμιας παραγωγής μολύβδου, αξιοποιώντας επιπλέον τα υπολείμματα των αρχαίων σκουριών και εκβολάδων. Κι ακόμη εξασφαλίζοντας ένα βιοτικό επίπεδο που καθρεφτίζεται στα διατηρητέα νεοκλασικά του σπίτια, από εκείνο που στεγάζει την ψαραγορά μέχρι εκείνο του πολιτιστικού κέντρου!
 

Όλα αυτά μου έρχονται στο νου, περιδιαβαίνοντας σήμερα το Τεχνολογικό Πάρκο του Λαυρίου, ένα υπαίθριο μνημείο βιομηχανικής αρχαιολογίας, ένα μουσείο της εξέλιξης της μεταλλουργικής τεχνικής. Και όχι μόνο. Κτίρια κι εγκαταστάσεις που αποπνέουν την ιστορική και αισθητική ταυτότητα του τόπου, που μαρτυρούν τον αγώνα για ζωή και επιβίωση αλλά και το διαχρονικό δημιουργικό πνεύμα των Ελλήνων. Που την πέτρινη περίοδο του Λαυρεωτικού ζητήματος, μονοπώλησαν το ενδιαφέρον της ελληνικής κοινωνίας και συνδέθηκαν με τη μανία αλλά και τη χίμαιρα του εύκολου και γρήγορου πλουτισμού.
 

Παράλληλα, μαζί με τον απόηχο της παρελθούσης ευημερίας, τα μεταλλεία έχουν αφήσει πίσω τους και σοβαρά περιβαλλοντικά ζητήματα κυρίως λόγω των αποβλήτων του εμπλουτισμού και της τήξης. Από τις μελέτες του ΕΜΠ και του ΙΓΜΕ αλλά και το πιλοτικό πρόγραμμα απορρύπανσης που εφαρμόστηκε με επιτυχία, τα 50 εκ. τον. σκουριάς θεωρούνται τα λιγότερο επικίνδυνα ενώ τα 7-10 εκ. τον. θειούχα και ανθρακικά απορρίμματα της επίπλευσης είναι περισσότερο τοξικά, κυρίως λόγω της παρουσίας του μολύβδου και του ψευδαργύρου.
 

Εξάλλου, ένα συγκλονιστικό γεγονός που συνέβη στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστο. Το 1941-1942, η κατοχή οδήγησε σε ολέθριες συνέπειες την ελληνική κοινωνία με άμεσο αποτέλεσμα την εξάπλωση λιμού σε όλη τη Χώρα και φυσικά στην περιοχή του Λαυρίου. Από τους 5.000 τότε κατοίκους του Λαυρίου οι 752 πέθαναν από την πείνα, χωρίς να διαφαίνεται κάποια λύση. Μπροστά σε αυτή τη δραματική κατάσταση, ο (μετέπειτα καθηγητής και υπουργός) Κ. Κονοφάγος, νέος μηχανικός τότε της γαλλικής εταιρίας, κατάφερε να παράξει κρυφά από το στρατό κατοχής, μεταλλικό άργυρο «υπό τραγικές συνθήκες», όπως γράφει ο ίδιος στο «Αρχαίο Λαύριο». Ο σκοπός ήταν να πωληθεί ο άργυρος στη μαύρη αγορά και με τον τρόπο αυτό να οργανωθεί συσσίτιο για τα παιδιά που λιμοκτονούσαν…
 

Δεν ξέρω πόσα παιδιά σώθηκαν τότε ούτε έχει νόημα να τα συγκρίνω με τα άτομα που αντίστοιχα αρρώστησαν από πνευμονοκονίαση λόγω της εξόρυξης του γαληνίτη και του κερουσίτη στα πηγάδια και τις υπόγειες στοές της Λαυρεωτικής. Εκείνο που ξέρω όμως και οφείλω να διατυπώσω είναι ότι το παράδειγμα του Λαυρίου δεν αποτελεί εξαίρεση, είναι το ίδιο που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα κάθε φορά μπροστά στο δίλημμα της ανάπτυξης. Άλλοτε πιο έντονα, άλλοτε λιγότερο έντονα. Είναι το ίδιο με το αναπτυξιακό δίλημμα των σπανίων γαιών της Κίνας, του πετρελαίου και του χρυσού απανταχού της γης, του μαρμάρου της Καράρας, του τριαντάφυλλου της Κένυας, του τανταλίου του Κονγκό, του κακάο της Ακτής Ελεφαντοστού, της πέρκας της Λίμνης Βικτώριας κλπ. Και φυσικά της πράσινης ανάπτυξης και της ψηφιακής τεχνολογίας που ουδόλως διαφεύγουν από το ίδιο πανανθρώπινο αναπτυξιακό δίλημμα.
 

Είναι το δίλημμα που δημιουργεί το αναπτυξιακό μας πρότυπο, αυτό που επιλέξαμε εδώ και χιλιετίες. Που συνδέεται με το αναπόφευκτο τίμημα της ανάπτυξης. Κι επιτέλους κάποτε ας το αντιληφθούμε αυτό, το υποκριτικό αξίωμα του «άσπρου και του μαύρου» ας πάψει να κανοναρχεί τη ζωή μας. Το πολιτιστικό πρότυπο της ανάπτυξης που έχουμε επιλέξει, δεν είναι ούτε άσπρο ούτε μαύρο, ούτε υπήρξε ποτέ, από την αρχαιότητα ως τα σήμερα. Ευτυχώς ή δυστυχώς, είναι ενδιάμεσο, συγκαταβατικό, μεσοβέζικο, γκρίζο.
Για να λύσουμε προβλήματα, για να σεβαστούμε κάθε παρακλάδι της ζωής και της φύσης, καλόν είναι να αναμετρηθούμε με αυτήν την αλήθεια. Που σημαίνει ότι θα δεχτούμε το τίμημα, αλλά με όρους. Και με αγώνα. Με τίμιο αγώνα που θα κάνει το τίμημα ελαφρύτερο, καλύτερο, σαφέστερο, συμβατότερο για το περιβάλλον, για την κοινωνία, για τις επόμενες γενιές.
 

Για τους δήθεν αρνητές των πάντων, για τους θιασώτες της κουλτούρας του «αειφόρου τίποτε», μια μόνο λέξη έρχεται στο νου μου: υποκρισία!

 

 

Η ρύπανση του περιβάλλοντος από τη μεταλλευτική βιομηχανία στη Λαυρεωτική
Α.Ζ.Φραγκίσκος, Ομ. Καθηγητής ΕΜΠ. τ. Πρύτανης
 

Από τα βαριά μέταλλα ο μόλυβδος κατέχει μια εξέχουσα θέση βλαπτικότητας στην πανίδα και χλωρίδα. Είναι πολύ τοξικός και υπάρχει παντού. Απαντά σ’ όλα τα πετρώματα σε πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις, μεταξύ 2-200 ppm, που αυξάνουν αρκετά σε περιοχές που υπάρχει μεταλλοφορία, όπως αυτή της Λαυρεωτικής. Τόσο τα επιφανειακά, όσο και τα υπόγεια νερά περιέχουν χαμηλές περιεκτικότητες εξαιτίας της χαμηλής διαλυτότητας του μολύβδου και των ορυκτών του στη φύση. Αντίθετα στην ατμόσφαιρα, εξαιτίας των ανέμων μεταφέρονται μεγαλύτερες ποσότητες λεπτομερών τεμαχιδίων και σκόνης με μόλυβδο, ιδιαίτερα εκεί που υπάρχει πρωτογενής και δευτερογενής παραγωγή του.
 

Οι ανθρωπογενείς πηγές μολύβδου προέρχονται από μεταλλευτικές-μεταλλουργικές δραστηριότητες, βιομηχανικές παραγωγές και μεταποιήσεις προϊόντων μολύβδου. Σημαντική επίσης ρύπανση γίνεται από τα στερεά απόβλητα που περιέχουν μολυβδούχες ενώσεις. Στα σπίτια η ρύπανση οφείλεται στη σκόνη, στα μολυβδούχα χρώματα και στην αντίστοιχη βενζίνη, η οποία σε πολλές χώρες έχει καταργηθεί, σ’ άλλες τείνει σταματήσει να διανέμεται και σ’ άλλες παραμένει στην κατανάλωση.
 

Στο παρόν άρθρο μελετάται η ρύπανση της Λαυρεωτικής από την Μεταλλευτική δραστηριότητα, η οποία άρχισε πριν από το 500 π.Χ. για να φθάσει μέχρι το πρόσφατο παρελθόν (1979) και η οποία πέρα από την άμεση επιβάρυνση της υγείας των εργατών και του περιβάλλοντος χώρου κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους (σκόνη-καυσαέρια), άφησε πίσω της εκατομμύρια τόνους από στείρα πετρώματα εξόρυξης, απορρίμματα ορυκτουργίας και σκουριές.
 

Γίνεται πλήρης αναφορά τόσο στις σχετικές μελέτες του ΙΓΜΕ και του ΕΜΠ όσο και στα έργα βελτίωσης - εξυγίανσης (αποκατάστασης) των εδαφών που πραγματοποιήθηκαν από ομάδα του Ε.Μ.Π. (υπό την εποπτεία του καθ. Κοντόπουλου) στην περίοδο 1996 μέχρι το 2000.
 

Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι η εξάπλωση της ρύπανσης παραμένει σχεδόν σταθερή στην περιφέρεια του Λαυρίου, ανεξάρτητα από τις μικρές προδρομικές απορρυπάνσεις που έγιναν στη περιοχή. Και εδώ τίθεται (και σχολιάζεται) ένα συγκεκριμένο ερώτημα: Τι συμβαίνει στη Λαυρεωτική; Από τη μια μεριά η ρύπανση είναι τέτοια που θα δικαιολογούσε την απομάκρυνση των κατοίκων από την περιοχή και από την άλλη, εκτός από το αρσενικό και το μόλυβδο που διαπιστώθηκε στα ούρα των ενηλίκων και στο αίμα των παιδιών, δεν υπάρχουν στοιχεία αυξημένης θνησιμότητας στη Λαυρεωτική.
 

Επίσης γίνονται προτάσεις για την ακολουθητέα μέθοδο και πορεία των εργασιών απορρύπανσης της περιοχής. Η καταλληλότερη μέθοδος απορρύπανσης για τη περιοχή της Λαυρεωτικής είναι η κάλυψη της περιοχής με φυτική γη και σπορά με τον κατάλληλο και ταχείας ανάπτυξης χόρτο-τάπητα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, η κάλυψη μιας τόσο μεγάλης έκτασης με φυτική γη, αν όχι αδύνατο, είναι πολύ δύσκολο. Αλλά δεν είναι και εφικτή ή μεταφορά των αποθέσεων κάπου αλλού, γιατί πέρα από το υψηλό κόστος, δεν υπάρχει μέρος (και να αφήσουν οι περίοικοι) για να δεχθεί αυτές τις ποσότητες. Αλλά ούτε και η ταφή, με τους κανόνες της «επιστήμης και της τέχνης» θα ήταν η λύση. Αφενός θα είχε μεγάλο κόστος και αφετέρου, δεν είναι απόλυτα αποτελεσματική.
 

Στην εργασία προτείνεται ως η πιο πρακτική λύση, η επικάλυψη σε πρώτη φάση, με ασβεστολιθική άμμο ή και γαρμπίλι του επίπεδου μέρους των αποθέσεων, σε πάχος 5-8cm που μπορεί να γίνεται σταδιακά, (όταν υπάρχουν χρήματα και μηχανήματα), με μικρή κλίση προς το εσωτερικό του σωρού και οπωσδήποτε, αποστραγγιστικά έργα. Η επικάλυψη μπορεί να αρχίσει στις βορειότερες περιοχές που προσβάλλονται από τους βόρειους άνεμους και να προστατευθεί το υπόλοιπο μέρος της περιοχής. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα καλυφθούν τα επίπεδα μέρη των αποθέσεων, θα περιοριστεί αρκετά η παράσυρση της βλαπτικής σκόνης και θα μειωθεί η παραγωγή θειικού οξέος από την τυχόν παρουσία σιδηροπυρίτη. Σε δεύτερη φάση μπορεί να καλυφθούν και τα πρανή, σε τρίτη φάση να εκτελεσθεί η επικάλυψη με φυτική γη στα πρανή και στα οριζόντια τμήματα (πάνω από το ασβεστολιθικό υλικό) των σωρών και σε τέταρτη φάση να προστεθεί το χώμα και η κάθε είδους βλάστηση.
 

Powered by Blog - Widget
Τα cookies είναι σημαντικά για την εύρυθμη λειτουργία του psarema-skafos.gr και για την βελτίωση της online εμπειρία σας.
Επιλέξτε «Αποδοχή» ή «Ρυθμίσεις» για να ορίσετε τις επιλογές σας.