MENU
MENU
  • 2- Καλαμάρια ελληνικών νερών2- Καλαμάρια ελληνικών νερών
  • 1- Ανάπτυξη καλαμαριών1- Ανάπτυξη καλαμαριών
  • 2α- 10ποδα ελληνικών θαλασσών2α- 10ποδα ελληνικών θαλασσών
  • 3- Aloteu Media3- Aloteu Media
  • 4- Alloteuthis subulata 14- Alloteuthis subulata 1
  • 5- Loligo forbesii5- Loligo forbesii
  • 6- Loligo vulgaris6- Loligo vulgaris
  • 7- Brachioteutis rizei7- Brachioteutis rizei
  • 8- Chiroteutis Veranyi8- Chiroteutis Veranyi
  • 9- Chtenopteryx sicula9- Chtenopteryx sicula
  • 10- Galiteutis armata10- Galiteutis armata
  • 11- Abralia veranyi11- Abralia veranyi
  • 12- Abraliopsis12- Abraliopsis
  • 13- Ancistrocheirus_iesueurii13- Ancistrocheirus_iesueurii
  • 14- Tyrotheuthis margaritifera14- Tyrotheuthis margaritifera
  • 14a Βεντούζα με δόντα14a Βεντούζα με δόντα
  • 14b-0 ΄Άκρη εκτοκοτύλης PyroteuthisMargatitifera14b-0 ΄Άκρη εκτοκοτύλης PyroteuthisMargatitifera
  • 15- Histioteuthis bonellii15- Histioteuthis bonellii
  • 16- Histoteuthis reversa16- Histoteuthis reversa
  • 17- Octopeteuthis sicula17- Octopeteuthis sicula
  • 18- Illex coindetii18- Illex coindetii
  • 19- Ommastrephes bartramii19- Ommastrephes bartramii
  • 19a- Red flying squid119a- Red flying squid1
  • 20- Sthenoteuthis pteropus20- Sthenoteuthis pteropus
  • 21- Todarodes sagittatus21- Todarodes sagittatus
  • 22- Todaropsis ablanae22- Todaropsis ablanae
  • 23- Ancistroteuthis 123- Ancistroteuthis 1
  • 24- Onychoteuthis banksii24- Onychoteuthis banksii
  • 25- Thysanoteuthis rombus25- Thysanoteuthis rombus

Καλαμάρια, τα δεκάποδα των Ελληνικών θαλασσών (μέρος 2 από 2)


Γράφει ο Ηρακλής Καλογεράκης, Αξκός ΠΝ (εα) και ερασιτέχνης ψαράς

Γράφει ο Ηρακλής Καλογεράκης, Αξκός ΠΝ (εα) και ερασιτέχνης ψαράς
 

 

Γενικά τα καλαμάρια μεγαλώνουν γρήγορα (σχήμα Νο1) και πεθαίνουν γρήγορα. Ζουν ανάλογα με το είδος, από 1 μέχρι 2, το πολύ 3 χρόνια για μερικά είδη.
 

Στη χώρα μας τα καλαμάρια και τα θράψαλα αλιεύονται συστηματικά με εργαλεία μέσης και παράκτιας αλιείας (μηχανότρατες και γρι-γρί, βιντζότρατες, κ.λ.π.) και κατέχουν τη τρίτη θέση με ετήσια παραγωγή περί τους 350 και 150 τόνους αντίστοιχα. Τη πρώτη θέση έχουν τα χταπόδια με 900 τόνους παραγωγή και τη δεύτερη οι σουπιές με περίπου 600 τόνους.
 

Οι περισσότεροι των ερασιτεχνών αλιέων θεωρούν το ψάρεμα του καλαμαριού και διασκεδαστικό και αποδοτικό αφού το καλαμάρι αποτελεί και νοστιμότατο μεζέ και εξεζητημένο δόλωμα για άλλου είδους ψαρέματα. (φωτο Νο2)
 

Στη συνέχεια θα αναφερθούμε αναλυτικά στα είδη καλαμαριών και θράψαλων που έχουν εντοπιστεί να ζουν στις θάλασσες μας.
 

Στη Μεσόγειο και ειδικότερα στα Ελληνικά νερά ζουν περί τα 23 είδη καλαμαριών της σειράς των Τευθιδών (Order TEUTHOIDEA), με είδη από δύο ταξινομημένες υπο-σειρές την υπο-σειρά των Μυοψιδών (Suborder MYOPSIDA) και την υπο-σειρά των οιγοψιδών (Suborder OEGOPSIDA) (Πίνακας 2α).
 

Υποσειρά: Μυοψιδών (Myopsida): Το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η ύπαρξη ματιών που καλύπτονται εξωτερικά από μια διαφανή κερατοειδή μεμβράνη και δεν έχουν βλέφαρα. Τα πλοκάμια και οι συλληπτήριοι βραχίονες είναι εφοδιασμένα με απλές βεντούζες (δεν υπάρχουν πουθενά άγκιστρα), με επί πλέον βεντούζες, που συνήθως δημιουργούνται γύρω από το στόμα (χείλη).
 

Καλαμάρια της υποσειράς αυτής βρίσκονται σε παράκτια ύδατα σε όλο τον κόσμο. Είναι βενθοπελαγικά και τρέφονται στον ή κοντά στο βυθό. Από αυτά στις θάλασσες μας έχουμε μόνο πέντε είδη από μια μόνο οικογένεια, την οικογένεια των LOLIGINIDAE, που έχουν σαν κύριο χαρακτηριστικό την ύπαρξη 4 σειρών βεντουζών στην άκρη των συλληπτήριων πλοκαμιών.
 

Υποσειρά: Οιγοψιδών (OEGOPSIDA): Το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η ύπαρξη ματιών που δεν έχουν εξωτερική διαφανή μεμβράνη. Το μάτι τους δηλαδή είναι συνέχεια σε άμεση επαφή µε το θαλασσινό νερό. Μεταξύ όλων των κεφαλόποδων, τα καλαμάρια της υποσειράς αυτής κυριαρχούν στο πελαγικό, ωκεάνιο περιβάλλον και η ποικιλομορφία στις οικογένειες, στα γένη και στα είδη είναι πολύ υψηλή. Έχουν συνολικά 24 οικογένειες και 69 γένη.
 

Αν και τα είδη αυτά είναι πελαγικά, μερικά συνδέονται στενά με το βυθό για εύρεση φαγητού και μερικές φορές κάθονται σε αυτόν. Από τα καλαμάρια των οιγωψιδών στις θάλασσες μας έχουμε μόνο 12 είδη από πέντε οικογένειες.
 

Α. Οικογένεια Loliginidae: Τα κυριότερα χαρακτηριστικά των ειδών της οικογένειας Loliginidae είναι ότι έχουν στη ραχιαία τους πλευρά κοκκινωπό χρώμα, το μάτι τους καλύπτεται εξωτερικά µε μια διαφανή μεμβράνη, τα πλοκάμια τους (οι συλληπτήριοι βραχίονες) έχουν 4 σειρές βεντουζών στο μετακάρπιο ενώ οι περιστοματικοί βραχίονες έχουν 2 σειρές βεντουζών. Τα πλευρικά τους πτερύγια σχηματίζουν ένα ρόμβο που καλύπτει περίπου το 60% του μήκους του μανδύα. Επίσης έχουν ένα πεπλατυσµένο στο μέσον εσωτερικό όστρακο µε οξύληκτα άκρα και εύρωστο μανδύα µε στρογγυλεμένο το κάτω άκρο του.
 

Τα καλαμάρια της οικογένειας αυτής τοποθετούν τα γονιμοποιημένα αυγά τους σε χορδές, μακρόστενες και ζελατινώδους υφής κάψουλες τυλιγμένες με μια σαν ζελέ ουσία που τις κάνει να μοιάζουν με ζελατινώδη και διάφανα φυσίγγια, και τις ελευθερώνουν σε ομάδες τις οποίες κολλούν σε οποιοδήποτε σκληρό υπόστρωμα στο βυθό όπως π.χ σε βράχους, σε κλαδιά, σε σπόγγους, σε ντενεκέδες κ.α.
 

1. Alloteuthis media, Little squid και midsize squid, Καλαμαράκι και Αλλοτευθίς η μικρή. (Σχήμα 3)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Πρόκειται για μικρά καλαμάρια, που κολυμπούν πιό γρήγορα από τα άλλα είδη της οικογένειας και έχουν ένα μακρύ, λεπτό, τριγωνικό και οξύληκτο νηκτικό (δηλ για κολύμβηση) πτερύγιο, το οποίο ξεπερνά σε μήκος το μισό του μήκους σώματος του.
Το σώμα τους είναι λεπτό, μυώδες και επίμηκες, μοιάζει με αδράχτι και καταλήγει σε μια χαρακτηριστικά μακριά και μυτερή ουρά. Το σύνηθες μήκος του μανδύα είναι 6 - 14 cm ενώ το μέγιστο μήκος κυμαίνεται στα αρσενικά από 8 ως 10 cm και στα θηλυκά από 10 έως 14 cm.
 

Τα πτερύγια τους είναι λεπτά στρογγυλεμένα στη μέση, οξύληκτα στο κάτω άκρο και το περίγραμμα τους σχηματίζει μια καρδιά. Στα ενήλικα τα πτερύγια εκτείνονται κατά μήκος της ουράς σαν λεπτή μεμβράνη που έχουν μήκος το μισό του μήκους του μανδύα, σε αντίθεση µε το άλλο είδος το A. subulata που τα πτερύγιά του ξεπερνούν κατά πολύ το 50% του μήκους του μανδύα.
 

Οι περιστοματικοί βραχίονες τους είναι μακριοί, λεπτοί και στιβαροί. Οι συλληπτήριοι βραχίoνες είναι σχεδόν τριπλάσιοι από τους περιστοματικούς και το ακραίο τους τμήμα έχει αισθητά μεγαλύτερες βεντούζες στις δύο μεσαίες σειρές του μετακαρπίου. Στη στοματική περιοχή δεν υπάρχουν βεντούζες.
 

Το χρώμα τους ποικίλλει ανάλογα με τα ενεργοποιημένα χρωστικά κύτταρα, αλλά πιο συχνά είναι κόκκινο.
 

Είναι πολύ δύσκολο να το ξεχωρίσουμε από το Alloteuthis subulata αλλά τα πλοκάμια και οι συλληπτήριοι του βραχίονες είναι αναλογικά πιο λεπτά. Όμως το κύριο χαρακτηριστικό για να τα διαχωρίζουμε είναι η πλευρά του μανδύα που είναι λοξή και όχι ευθεία όπως είναι στο Alloteuthis subulata.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Το «καλαμαράκι» χαρακτηρίζεται ως νηριτικό είδος που ζει κοντά στον πυθμένα σε διάφορα είδη βυθού με κινητό υπόστρωμα (πρωτίστως άμμος και μετά λάσπη), συνήθως από 15 ως 350 m αλλά μπορεί να το βρούμε και σε περιοχές με βάθη από 5 μέχρι 800 m.
Το Καλαμαράκι εξαπλώνεται σ' όλη τη Μεσόγειο καθώς επίσης στον Ανατολικό Ατλαντικό και γύρω από τα Βρετανικά νησιά. Είναι πολύ συνηθισμένο είδος σε όλες τις Ελληνικές θάλασσες.
 

Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
Το είδος αυτό ωοτοκεί όλες τις εποχές του έτους τα δε ζελατινώδη και διάφανα φυσίγγια με τα αυγά του αποθέτονται κατευθείαν σε κινητό υπόστρωμα π.χ. προσκόλληση σε κόκκους άμμου.
 

Τα αρσενικά και θηλυκά ενήλικα συνήθως πεθαίνουν λίγο μετά την ωοτοκία και την επώαση αντίστοιχα και το προσδόκιμο ζωής είναι 2 μέχρι το πολύ 3 χρόνια.
Αλιεία του: Έχουν μικρή εμπορική αξία και ως εκ τούτου δεν αλιεύονται συστηματικά.
 

2. Alloteuthis subulata, European common squid, Σπαθοκαλάμαρο. (σχήμα 4).
Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Αυτό το είδος με τα μεγάλα μάτια είναι ένας ταχύτατος και ακούραστος κυνηγός των κοπαδιαστών ψαριών. Μοιάζει πολύ με το Loligo αλλά είναι πολύ μικρότερο και έχει πολύ μακριά ουρά.
 

Έχει ένα στενόμακρο σώμα (μανδύα) με μια πολύ μυτερή ουρά, που στα αρσενικά είναι μακρύτερη και πιο μυτερή. Το σύνηθες μήκος του μανδύα είναι περί τα 21 cm και το χρώμα του ποικίλλει ανάλογα με τα ενεργοποιημένα χρωστικά κύτταρα. Πιο συχνά είναι ανοιχτό γκρι με πολλές καφέ - μοβ κηλίδες στη ράχη ενώ η κάτω πλευρά έχει πιο ελαφρές αποχρώσεις. Τα πτερύγια του εκτείνονται κατά μήκος της ουράς μοιάζουν με καρδιά που έχει στρογγυλεμένες πλευρές. Στην πάνω μπροστινή πλευρά του μανδύα προεξέχει προς το κεφάλι του ένα τμήμα που μοιάζει με ασπίδα.
 

Οι περιστοματικοί του βραχίονες (τα 8 πλοκάμια του) είναι σχετικά κοντά, ευαίσθητα και με μικρές βεντούζες και η εκτοκοτύλη του (ο αριστερός κοιλιακός βραχίονας) είναι εφοδιασμένος με 6 ως 8 ζευγάρια κανονικών βεντουζών που ακολουθούνται από 2 σειρές λεπτών θηλών.
 

Το εσωτερικό ζελατινώδες κόκαλο του, είναι μακρύ και αιχμηρό και μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 10 εκατοστά.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-Βιότοπος:
Το Σπαθοκαλάμαρο χαρακτηρίζεται ως νηριτικό είδος που ζει κοντά στον πυθμένα από λίγα μέτρα βάθος ως τα 200 m και σε θερμοκρασίες από 6,5 μέχρι 11 °C. Οι Βιότοποι και οι εποχιακές μεταναστεύσεις του συνδέονται με την αναπαραγωγή του και κυρίως το βρίσκουμε να ζει σε περιοχές με αμμώδης και σκληρούς βυθούς. Υπάρχει σε αφθονία σε όλη τη Μεσόγειο θάλασσα και στον Ανατολικό Ατλαντικό, από τη Βόρεια θάλασσα ως τις βόρειο-δυτικές ακτές της Αφρικής.
 

Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
Η ωοτοκία του περιορίζεται στη θερινή εποχή (Ιούνιο και Ιούλιο) με τα ζελατινώδη φυσίγγια με αυγά του να προσκολλώνται σε σκληρά αντικείμενα πάνω στον βυθό. Εκκολάπτονται μετά από περίπου 2 εβδομάδες, προς τα τέλη Ιουλίου, και τα νεογνά μετά από μερικές εβδομάδες αρχίζουν ανεβαίνουν στην επιφάνεια όπου τρέφονται με πλαγκτόν ενώ μετά από 20-30 μέρες κατεβαίνουν στο βυθό και ακολουθούν πλέον τις συνήθειες των βενθοπελαγικών ενηλίκων.
 

Αγαπούν τα ταραχώδη νερά και πολλές φορές κυνηγούν το γόνο και τα μικρόψαρα μέχρι την ακρογιαλιά. Καμιά φορά το καλοκαίρι βγαίνουν μέχρι έξω αλλά ποτέ δεν θα το δείτε να ξεβραστεί στην ακτή λόγω των εξαίρετων κολυμβητικών ικανοτήτων που έχει. Ίσως, καμιά φορά να δούμε μερικές χορδές αυγών του στην παραλία που έχουν παρασυρθεί από τα ρεύματα.
 

Η διάρκεια ζωής τους είναι μεταξύ 1 και 2 ετών.
 

Αλιεία του: Το σπαθοκαλάμαρο συνήθως πιάνεται ως παρεμπίπτοντα αλίευμα στην αλιεία με τράτες για άλλα είδη. Στη Μεσόγειο Θάλασσα, το είδος αυτό πιάνεται σε βάθη 20 - 120 μέτρων και διατίθεται στο εμπόριο και ως νωπό και ως κατεψυγμένο.
 

3. Loligo forbesi, veined squid και long-finned squid, Ψευτοκαλάμαρο. (σχήμα 5)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Το σώμα του είναι μακρύ και μυώδες και αποτελείται από ένα κυλινδρικό μανδύα, μέτρια λεπτό, με χρωστικά κύτταρα και τριγωνικά πτερύγια με πλατιά βάση και μήκους ίσου με τα 2/3 του μήκους του μανδύα. Τα πτερύγια αυτά βρίσκονται πίσω, σε πλευροραχιαία θέση, και σχηματίζουν μαζί ένα ρόμβο με στρογγυλεμένες γωνίες.
Το σύνηθες μήκος του μανδύα είναι περί τα 20 cm. Το μέγιστο μήκος στα θηλυκά μπορεί να φτάσει τα 25 cm και στα αρσενικά 35 cm με βάρος περί τα 400 g τα θηλυκά και διπλάσιο τα αρσενικά.
 

Διαθέτουν περιοχές χρωματοφόρων στις πλευρές του μανδύα και λωρίδες που έχουν απόχρωση ροζ, κόκκινη ή καφέ ανάλογα με το περιβάλλον και γι’ αυτό το χρώμα τους ποικίλλει ανάλογα με τα ενεργοποιημένα χρωστικά κύτταρα.
 

Το Loligo forbesii, διακρίνεται αμέσως λόγω του ότι οι μεσαίες βεντούζες των πλοκαμιών του είναι σχετικά μεγαλύτερες των ακραίων (έως και τέσσερις φορές τη διάμετρο των ακραίων) ενώ στο μετακάρπιο των συλληπτήριων πλοκαμιών είναι όλες όμοιες. Οι μεγαλύτερες βεντούζες των περιστοματικών βραχιόνων έχουν 7-8 μικρά δόντια. Ο αριστερός κοιλιακός βραχίονας έχει μετατραπεί σε εκτοκοτύλη και είναι εφοδιασμένος με θηλές στο ακραίο τεταρτημόριο του. Οι συλληπτήριοι του βραχίονες είναι συστελλόμενοι με αγκιστροειδείς και ομοιόμορφες βεντούζες στα άκρα που έχουν χιτινώδεις δακτυλίους µε 13-18 μικρά κωνικά δόντια.
 

Γεωγραφική εξάπλωση- Βιότοπος:
Το Ψευτοκαλάμαρο χαρακτηρίζεται ως νηριτικό είδος υποτροπικών και εύκρατων υδάτων που ζει συνήθως σε βάθος μεταξύ 100 και 380 m. αλλά μπορεί να το δούμε και σε βάθη από 5 μέχρι 500μ και σε θερμοκρασίες από 8,5 μέχρι 17° C.
Το είδος αυτό το βρίσκουμε σε όλη τη Μεσόγειο, στον Ανατολικό Ατλαντικό, από τη Σκανδιναβία ως την Σενεγάλη και τις Αζόρες, στα Κανάρια νησιά και στην Ερυθρά θάλασσα. Είναι πολύ συνηθισμένο είδος σε όλες τις Ελληνικές θάλασσες και κυρίως στο βόρειο και στο νότιο Αιγαίο.
 

Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
Πραγματοποιεί εποχιακές μεταναστεύσεις για την αναπαραγωγή του και επίσης ημερήσιες για τη τροφή του. Κατά τη διάρκεια της ημέρας συγκεντρώνονται κοντά στον πυθμένα και το βράδυ διασκορπίζονται σε όλη τη στήλη του νερού. Τρέφεται με μικρά ψάρια και γόνο και σε μικρότερο βαθμό, με άλλα κεφαλόποδα και καρκινοειδή. Τα αγαπημένα του ψάρια είναι το σκουμπρί (Trachurus picturatus), το σπαθόψαρο (Lepidopus caudatus), η ζαργάνα και οι γόπες (boops-boops). Παρουσιάζει και αυτό κανιβαλισμό.
 

Ωοτοκεί σχεδόν σε όλη τη διάρκεια του έτους με μια έξαρση το χειμώνα (Δεκέμβριο και Ιανουάριο σε θερμοκρασία 9-11° C) και άλλη μία το καλοκαίρι.
 

Τα ζελατινώδη φυσίγγια με τα αυγά του αποθέτονται και συνδέονται με σκληρά αντικείμενα σε αμμώδη ή λασπώδη πυθμένα και η εκκόλαψη τους γίνεται μετά από 30 έως 40 ημέρες. Τα νεαρά που εκκολάπτονται τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο φτάνουν να είναι μήκους περίπου 12 cm τον Ιούνιο ενώ μέχρι τον Αύγουστο, τα μεν θηλυκά φτάνουν τα 14 εκατοστά τα δε αρσενικά τα 15 εκ. ενώ το Νοέμβριο είναι περίπου 25 με 30 εκ. αντίστοιχα οπότε και θεωρούνται ενήλικα.
 

4. Loligo vulgaris, European squid, κοινό ή ευρωπαϊκό καλαμάρι. (Σχήμα 6)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Το Loligo vulgaris κολυμπά πάρα πολύ γρήγορα εκτοξεύοντας με το σίφωνα το νερό που βάζει στη μανδυακή του κοιλότητα. Μοιάζει πάρα πολύ με το Loligo forbesii, αλλά διακρίνεται αμέσως από τους συλληπτήριους του βραχίονες, των οποίων οι διάμεσες βεντούζες είναι ιδιαίτερα μεγάλες, έως και τέσσερις φορές τη διάμετρο των ακριανών.
Το σώμα του είναι επίμηκες, μυώδες και αποτελείται από ένα μακρύ κυλινδρικό μανδύα, μέτρια λεπτό, με χρωστικά κύτταρα και τριγωνικά στρογγυλεµένα πτερύγια που έχουν μια πλατιά βάση που καταλήγει σε μια μακριά οξύληκτη ουρά.
Το σύνηθες μήκος του μανδύα είναι 15-25 cm αλλά το αρσενικό μπορεί να φτάσει τα 50 και το θηλυκό τα 30 cm. Τα αρσενικά γενικά είναι μεγαλύτερα από τα θηλυκά και έχουν ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης. Τα θηλυκά έχουν βάρος μέχρι 600g και τα αρσενικά μέχρι 1300 g ενώ το μεγαλύτερο καταγεγραμμένο βάρος του είδους είναι 10 κιλά και αυτό είχε μήκος 1 μέτρο.
 

Στην πάνω πλευρά του μανδύα προεξέχει πάνω από το κεφάλι του η «ασπίδα» ενώ η κάτω πλευρά στενεύει και γίνεται κωνική. Εσωτερικά έχει ένα ψιλό, κεράτινο πλατύ και ζελατινώδες όστρακο.
 

Τα πτερύγια του, μήκους ίσο με τα 2/3 του μήκους του μανδύα, βρίσκονται πίσω σε πλευροραχιαία θέση και σχηματίζουν μαζί ένα ρόμβο.
 

Οι βραχίονες του έχουν χιτινώδεις δακτυλίους µε περίπου 30 δόντια διαφόρων μεγεθών στις μεγάλες βεντούζες των συλληπτήριων βραχιόνων και µε περίπου 20 δόντια στις μεγαλύτερες βεντούζες των περιστοµατικών βραχιόνων. Στο μετακάρπιο των συλληπτήριων βραχιόνων, οι βεντούζες στις δύο μεσαίες σειρές είναι αρκετά μεγαλύτερες από αυτές των δύο εξωτερικών σειρών.
 

Τα μάτια του είναι καλυμμένα με μια διαφανή μεμβράνη και διαθέτουν κόρη, ίριδα, κρυσταλλικό φακό, υαλοειδές σώμα και αμφιβληστροειδή χιτώνα. Δεν έχουν δευτερεύοντα βλέφαρα και έχουν πολύ καλά ανεπτυγμένη όραση.
 

Το δέρμα του περιέχει χρωμοφόρα κύτταρα που του επιτρέπουν να αλλάζει χρώματα με βάση τις συνθήκες περιβάλλοντος και το χρώμα τους ποικίλλει ανάλογα με τα ενεργοποιημένα χρωστικά κύτταρα. Πιο συχνά είναι γκριζωπό ημιδιαφανές ή λευκοκίτρινο, προς ρόδινο και με πυκνές καφε-μοβ κηλίδες στη ράχη ενώ η κάτω του πλευρά έχει πιο ελαφρές αποχρώσεις.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Το Loligo vulgaris είναι ένα ημι-βενθοπελαγικό (ούτε πελαγικό ούτε πλήρως βενθικό) κεφαλόποδο γνωστό για τις οριζόντιες και κάθετες μεταναστεύσεις του ανάλογα με το περιβάλλον. Έχει βενθική συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της περιόδου αναπαραγωγής και πελαγική συμπεριφορά σε άλλες περιόδους όπως κατά την αναζήτηση τροφής.
Κολυμπά διαρκώς και μετακινείται ταχύτατα. Ζει και κινείται κοπαδιαστά σε παράκτιες περιοχές μεταξύ των 5 και 270m βάθους με θερμοκρασία από 7 μέχρι 21 °C, αλλά μπορεί να το βρούμε σε βάθη μέχρι και 550μ.
 

Μεταναστεύει κατακόρυφα ή/και οριζόντια ανάλογα με τις αλλαγές στις συνθήκες του περιβάλλοντος για εξεύρεση τροφής και πραγματοποιεί εποχικές μεταναστεύσεις πηγαίνοντας προς τις ακτές για αναπαραγωγή. Δεν έχει ιδιαίτερη προτίμηση για συγκεκριμένο τύπο βυθού, η μόνη του απαίτηση φαίνεται να είναι η παρουσία κατάλληλων υποστρωμάτων για την προσκόλληση των χορδών αυγών κατά τη διάρκεια της ωοτοκίας.
Το είδος αυτό το βρίσκουμε στον Ανατολικό Ατλαντικό, σε όλη τη Μεσόγειο και σε όλες τις Ελληνικές θάλασσες. Στη Μεσόγειο, τα κοπάδια μεταναστεύουν από τα βαθύτερα νερά προς τις παράκτιες περιοχές στα τέλη του φθινοπώρου με τα μεγαλύτερα να πηγαίνουν προς τις ακτές τον Ιανουάριο ενώ τα μικρότερα ακολουθούν αργότερα. Στη χώρα μας υπάρχουν παντού από τον Σεπτέμβριο που αρχίζουν τα νερά να κρυώνουν μέχρι και Μάρτιο σε μικρά βάθη (π.χ. 12-30μ) και γίνεται η ωοτοκία, ενώ το καλοκαίρι πηγαίνουν σε βαθύτερα νερά (70-120μ) εκεί που συγκεντρώνονται κοπάδια μικρόψαρων
 

Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
Τα νεαρά καλαμάρια τρέφονται με πλαγκτονικούς οργανισμούς ενώ τα ενήλικα με μικρά ψάρια, μαλακόστρακα και άλλα μαλάκια που τα πιάνουν με τα δυο μακριά πλοκάμια τους και τα κομματιάζουν με τα δυο τους κεράτινα σιαγώνια.
 

Η αναπαραγωγική περίοδος αυτού του είδους είναι εκτεταμένη και η ωοτοκία παρατηρείται σε όλη τη διάρκεια του έτους. Το κάθε ζελατινώδες φυσίγγι περιέχει 50-100 αυγά και προσκολλώνται σε σκληρά αντικείμενα πάνω στον βυθό, κάτω από βραχώδεις πλάκες ή πάνω σε προεξέχουσες δομές (π.χ. βυθισμένα κλαδιά από κορμούς) ή πάλι παρασυρόμενα από τα θαλάσσια ρεύματα καταλήγουν μέσα σε σχισμές βράχων.
 

Τα περισσότερα καλαμάρια ζουν ένα έτος αλλά το προσδόκιμο ζωής είναι 2 έτη για τα θηλυκά και 3 έτη για τα αρσενικά. Η διάρκεια ζωής που διαπιστώθηκε από έρευνες στο Αιγαίο είναι 12 μήνες για τα αρσενικά και 14 μήνες για τα θηλυκά.
Αλιεία του:. Το κρέας του είναι νόστιμο, αποτελείται από 79% νερό, 17%, πρωτεΐνες, 2 %. λίπη και το υπόλοιπο 2% από άλλα στοιχεία, και αυτό το κάνει να είναι είδος με μεγάλη εμπορική αξία, το πιο εμπορικό από όλα τα καλαμάρια, και γι΄αυτό ψαρεύεται συστηματικά. Ψαρεύεται από επαγγελματίες µε τις πεζότρατες και τα γρι-γρι με εντατική αλιεία από τον Οκτώβριο μέχρι τον Ιανουάριο και επίσης πιάνεται ως παρεμπίπτον αλίευμα στην αλιεία με τράτες για άλλα είδη. Τέλος είναι το αγαπημένο είδος των ερασιτεχνών αλιέων που το ψαρεύουν με καλαμαριέρες από την ακτή και από βάρκα με καθετή ή συρτή.
 

Β. Οικογένεια: Brachioteuthidae:
Περιλαμβάνει πελαγικά καλαμάρια μικρού και μεσαίου μεγέθους. Τα κύρια χαρακτηριστικά τους είναι ο λεπτός επιµήκης μανδύας µε τα σχετικά μικρά πτερύγια στο ουραίο τμήμα και οι πολυάριθμες μικρές βεντούζες στο ακραίο τμήμα των συλληπτήριων βραχιόνων. Στα Ελληνικά νερά έχει καταγραφεί µόνο το είδος Brachioteuthis riisei.
 

5. Brachioteuthis riisei, common arm squid, Βραχυπλόκαμο καλαμάρι (σχήμα 7)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Είναι ένα μικρό είδος καλαμαριού με ένα μακρύ, λεπτό και κυλινδρικό μανδύα που φτάνει σε μήκος το πολύ 10-15 cm.
Τα πτερύγια του έχουν σχήμα καρδιάς µε ελεύθερους λοβούς στο επάνω άκρο τους, που καλύπτουν περίπου 35-50% του μήκους του μανδύα.
 

Έχει αδύναμους μύες και οι περιστοματικοί του βραχίονες έχουν διαφορετικά μήκη µε 2 σειρές βεντουζών µε χιτινώδεις δακτυλίους που παρουσιάζουν οδόντωση µόνο στο μισό της περιμέτρου τους. Το ακραίο τμήμα των συλληπτήριων βραχιόνων έχει πολλαπλές σειρές με πολυάριθμες μικρές βεντούζες που εκτείνονται στο 50% περίπου του μήκους τους.
 

Το χρώμα του είναι γκριζωπό γαλακτώδες προς άχρωμο με εξαίρεση τις περιοχές των χρωματοφόρων που έχει.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Πρόκειται για ένα ωκεάνιο είδος το οποίο εμφανίζεται σε μια ευρεία περιοχή σε βάθη που εκτείνονται από την επιφάνεια μέχρι και 3.000 μέτρα. Τα νεαρά καλαμαράκια ζουν στην επι-μεσοπελαγική ζώνη ενώ τα ενήλικα στη βαθυπελαγική ζώνη και δεν θα το βρούμε σε τροπικά νερά.
Η γεωγραφική κατανομή αυτού του είδους εκτείνεται παγκοσμίως. Βρίσκεται σε όλο τον Ατλαντικό Ωκεανό, στον Ειρηνικό και Ινδικό ωκεανό και φυσικά στη Μεσόγειο και τη Μαύρη θάλασσα.
Έχει μια εκτεταμένη περίοδο ωοτοκίας, σχεδόν όλο το χρόνο, που είναι σε έξαρση στη Μεσόγειο από τον Απρίλιο έως Ιούλιο, τον μήνα Σεπτέμβριο και από τον Δεκέμβριο μέχρι Φεβρουάριο.
 

Αλιεία του: Δεν αποτελεί στοχευόμενο είδος των επαγγελματιών αλιέων.
Αποτελεί αγαπημένη τροφή αρκετών θηλαστικών, ιδίως της φάλαινας, και ψαριών κυρίως του μπλε καρχαρία και κινδυνεύει προς εξαφάνιση από αυτά.
 

6. Chiroteuthis veranyi, Long-armed squid, Μακρυπλόκαμο καλαμάρι (σχήμα 8)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Ο μανδύας και οι βραχίονες είναι διαφανείς µε ζελατινώδη υφή και ανοιχτό μοβ χρώμα. Ο μανδύας είναι κοντός (10-18 εκ.), κωνικός, αδύναμος που καταλήγει σε μια μακριά οξύληκτη ουρά, που προεκτείνεται πέραν του άκρου των πτερυγίων του. Το συνολικό του μήκος μπορεί να φτάσει το 1,5 με 2 μέτρα.
 

Το κεφάλι είναι επίμηκες, κυλινδρικό και ελαφρά ογκώδες στην περιοχή των ματιών. Στη κάτω πλευρά του κεφαλιού και εκατέρωθεν του ανοίγματος της χοάνης υπάρχουν δύο οσφρητικές θηλές με μίσχους μήκους περίπου 10 mm και με μικρά τερματικά εξογκώματα.
 

Τα πτερύγια είναι μικρά, σχεδόν ημι-κυκλικά με ελεύθερους πρόσθιους λοβούς και καταλαμβάνουν το μισό του μήκους του μανδύα.
 

Οι συλληπτήριοι βραχίονες είναι πολύ μεγάλου μήκους, περίπου 6-10 φορές το μήκος του μανδύα, µε φωτοφόρα (μοβ στίγματα) αραιά τοποθετημένα σε όλο το μήκος του μίσχου τους. Το ακραίο τμήμα τους φέρει στο μετακάρπιο 4 σειρές σχετικά μικρών βεντουζών µε μίσχο, περιφερειακά προστατευτική μεμβράνη µε σαρκώδη στηρίγματα και καταλήγει σε σαρκώδη δάκτυλο χωρίς βεντούζες.
 

Οι κοιλιακοί περιστοµατικοί βραχίονες (ΙV) είναι αρκετά μεγαλύτεροι (διπλάσιοι απο το μήκος μανδύα) και πλατύτεροι από τους άλλους, µε λίγο μικρότερες και αραιά τοποθετημένες βεντούζες σε δύο σειρές µε διάταξη ζιγκ-ζάγκ και µε µία σειρά φωτοφόρων, µε τη μορφή σφαιρικών εξογκωμάτων µε χρωματοφόρα τοποθετημένα εναλλάξ µε τις βεντούζες της εξωτερικής σειράς. Οι βραχίονες του έχουν συνολικά 133-136 βεντούζες σε περίπου 35 τετραπλές σειρές που έχουν στο περιφερικό περιθώριο του δαχτυλιδιού μυτερά δόντια.
 

Το σώμα του καλύπτεται από πολλά ροζ και μοβ, χρωματοφόρα, λιγότερα στα πλοκάμια και καθόλου στη κάτω πλευρά των πλοκαμιών ενώ στη κάθε πλευρά του σάκου μελάνης έχουν δύο μεγάλες και στρογγυλές προεξέχουσες φωτοφόρες.
 

Επίσης κατά μήκος των πλευρών του στόματος και των βραχιόνων του βρίσκονται μεγάλες φωτοφόρες όπως και στην άκρη κάθε συλληπτήριου βραχίονα. Στη περιοχή των ματιών έχει γύρω-γύρω λωρίδες φωτοφόρων χρυσο-καφέ απόχρωσης.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Είναι ένα ωκεάνιο καλαμάρι που έχει μια ευρεία γεωγραφική κατανομή και κατοικεί σε βαθιά νερά. Το βρίσκουμε στον Ατλαντικό Ωκεανό, στο νοτιοδυτικό Ειρηνικό Ωκεανό, στον νότιο υποτροπικό Ινδικό Ωκεανό, στη Μεσόγειο (σε βάθη περί τα 400μ) και στη Μαύρη Θάλασσα.
 

Αλιεία του: Το είδος αυτό δεν αποτελεί στόχο της αλιείας και συνεπώς δεν αλιεύεται συστηματικά.
 

7. Chtenopteryx sicula, comb-finned squid και toothed-fin squid, Καλαμάρι χτένα. (σχήμα 9)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Είναι ένα επιπελαγικό, μικρό, μυώδες και κοντόχοντρο καλαμάρι, με μεγαλύτερο αναφερθέν μήκος μανδύα τα 10 cm, που μοιάζει με σουπιά και .μέχρι πρότινος ονομαζόταν Sepioteuthis sicula.
 

Τα πτερύγια του έχουν μυϊκές ακτίνες σχεδόν ίσες με το μήκος του μανδύα τους που συνδέονται με λεπτές μεμβράνες και δίνουν την εμφάνιση μιας χτένας (εξ ου και το όνομα της οικογένειας). Στην περιστοµατική μεμβράνη υπάρχουν μικρές βεντούζες ενώ οι περιστοµατικοί βραχίονες I, II και III έχουν 4 σειρές βεντουζών κοντά στη βάση τους που στο άκρο τους μειώνονται σε 2 σειρές µε αραιή ζιγκ-ζαγκ τοποθέτηση. Οι κοιλιακοί βραχίονες (IV) έχουν µόνο 2 σειρές βεντουζών. Στο ακραίο τμήμα των συσταλτών συλληπτήριων βραχιόνων υπάρχουν πάνω από 8 σειρές μικρών βεντουζών στο μετακάρπιο και λιγότερες σειρές στο δάκτυλο.
 

Στο εσωτερικό του μανδύα, επάνω στο μελανοφόρο σάκο έχουν ένα μεγάλο στρογγυλό φωτοφόρο ενώ στην κοιλιακή πλευρά της οφθαλμικής κόγχης υπάρχει επίσης ένα μεγάλο επίπεδο φωτοφόρο.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Ζουν σε τροπικά και υποτροπικά ύδατα και σε βάθη μεταξύ 500 και 1.000 μέτρων τη μέρα και κοντά στην επιφάνεια τη νύχτα.
Το βρίσκουμε στα μεσόνερα της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας.
Αλιεία του: Το είδος αυτό δεν αποτελεί στόχο της αλιείας και δεν αλιεύεται συστηματικά.
 

Γ. Η οικογένεια Cranchiidae, τα «γυάλινα καλαμάρια», περιλαμβάνει περίπου 60 είδη» και οφείλει το όνομα της στη διαφανή φύση των περισσότερων ειδών.
Τα καλαμάρια αυτά εμφανίζονται σε επιφανειακά, μεσαία αλλά και μεγάλα βάθη ανοιχτών ωκεανών σε όλο τον κόσμο και περνούν μεγάλο μέρος της ζωής τους σε μερικώς ηλιόλουστα ρηχά νερά, ώστε η διαφάνειά τους να τους παρέχει καμουφλάζ. Ορισμένα είδη ζουν σε βάθος πάνω από 2 χλμ. Συχνά το μόνο όργανο που είναι ορατό μέσα από τους διαφανείς ιστούς είναι ο πεπτικός τους αδένας σχήματος πούρου που κρατιέται σε μια κάθετη θέση ώστε να μειωθεί η σιλουέτα του και να ελαχιστοποιηθεί η εμφάνισή του στο νερό.
 

Επίσης τα περισσότερα είδη είναι οργανισμοί βιοφωταύγειας και διαθέτουν φωτοφόρες και στο κάτω μέρος των ματιών τους, που χρησιμοποιούνται για να εξουδετερώσουν τη σκιά τους (!). Χαρακτηρίζονται από ένα φουσκωμένο σώμα και κοντά πλοκάμια, που φέρουν δύο σειρές βεντουζών ή αγκίστρων. Το τρίτο ζεύγος βραχιόνων είναι αρκετά μεγαλύτερο ενώ το μήκος του μανδύα τους μπορεί να είναι από 10 cm έως και 3 m. Τέλος στο σώμα τους έχουν ένα μεγάλο θάλαμο, γεμάτο με διάλυμα αμμωνίας, που χρησιμοποιείται για την ενίσχυση της πλευστότητας και αυτό το «σύστημα πλευστότητας» τα κάνει μοναδικά και εξ αυτού προέρχεται το Αγγλικό όνομα της οικογένειας τους "καλαμάρια βαθυσκάφος".
 

8. Galiteuthis armata, the armed cranch squid, αρματωμένο καλαμάρι. (σχήμα 10)
Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Είναι ένα ωκεάνιο, βαθυπελαγικό και μεγάλο στο μέγεθος «γυάλινο» καλαμάρι που το μήκος του μανδύα του μπορεί να φτάσει τα 61 cm. (σχήμα 10).
Ο μανδύας και οι βραχίονες είναι ημιδιαφανείς έχουν μια ζελατινώδη υφή και λίγα χρωματοφόρα που τους δίνουν ένα ανοιχτό καφέ χρώμα. Το σιφώνιο είναι συνέχεια του μανδύα και χωρίς κλείστρο. Το κάτω άκρο του μανδύα καταλήγει σε μια λεπτή και πολύ μακριά ουρά, που μερικές φορές προεκτείνεται πέραν του άκρου των πτερυγίων, τα δε πτερύγια του έχουν το σχήμα φύλλου δένδρου.
Τα μάτια του είναι μεγάλα, προεξέχουν και έχουν ένα μεγάλο και στρογγυλό φωτοφόρο στην κοιλιακή τους πλευρά.
 

Οι περιστοµατικοί βραχίονες έχουν δύο σειρές βεντουζών σε διάταξη «ζιγκ- ζάγκ» και έχουν μια προστατευτική μεμβράνη. Στο ακραίο τμήμα των συλληπτήριων βραχιόνων οι 2 μεσαίες σειρές βεντουζών έχουν μετατραπεί σε άγκιστρα, ενώ οι βεντούζες των εξωτερικών σειρών δεν υπάρχουν. Στο δάκτυλο υπάρχουν 4 σειρές μικρών βεντουζών και στον καρπό οι μικρές βεντούζες εναλλάσσονται µε κόμπους (εξογκώματα) που χρησιμεύουν για το «κούμπωμα» των συλληπτήριων βραχιόνων.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Λίγα είναι γνωστά για τη βιολογία και την οικολογία αυτού του μεσοπελαγικού είδους που γενικά κατοικεί σε βαθιά νερά από 300 μέχρι 1300μ. Τα πολύ μικρά είναι πιο άφθονα σε βάθος πάνω από 200 m, τα νεαρά σε βάθη μέχρι 600 m και τα μεγάλα μεταξύ 500 και 2.500 m.
 

Το βρίσκουμε στη Μεσόγειο, στη Μαύρη Θάλασσα και σε όλο τον Ατλαντικό ωκεανό.
Τα αρσενικά και τα θηλυκά ενήλικα συνήθως πεθαίνουν λίγο μετά την αναπαραγωγή και την εκκόλαψη των αυγών αντίστοιχα.
Αποτελεί αγαπημένη τροφή του τόνου, του γαλάζιου καρχαρία και των φαλαινών.
 

Αλιεία του: Τα καλαμάρια αυτά δεν τρώγονται. Συνεπώς, δεν παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την εμπορική αλιεία και είναι απίθανο να έχουν και στο μέλλον.
 

Δ. Οικογένεια: Enoploteuthidae
Τα είδη της οικογένειας αυτής έχουν γενικά μικρό μέγεθος (µε εξαίρεση το Ancistrocheirus lesueuri), είναι μεσοπελαγικά που εκτελούν εκτεταμένες κάθετες ημερήσιες μετακινήσεις και χαρακτηρίζονται από την παρουσία πολυάριθμων φωτοφόρων και την αγκίστρων στους περιστοµατικούς και στους συλληπτήριους βραχίονες. Στα Ελληνικά νερά έχουμε 4 είδη που ανήκουν σε 3 υπο-οικογένειες και 4 διαφορετικά γένη.
 

9. Abralia veranyi, καλαμάρι, Midwater squid, Verany's enope squid και eye-flash squid, καλαμάρι σβούρα (σχήμα 11)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Είναι ένα μικρό είδος καλαμαριού με μήκος μανδύα συνήθως 4 - 4,5 εκατοστά Ο μανδύας είναι κωνικός και γενικά μικρού μεγέθους η δε εξωτερική του εμφάνιση είναι παρόμοια µε του Abraliopsis pfefferi.
Το δέρμα του μανδύα είναι ημιδιαφανές και στη ράχη του είναι ευδιάκριτο το εσωτερικό του όστρακο. Έχει μεγάλα και πλατιά πτερύγια με πλάτος μεγαλύτερο από το μήκος του μανδύα
 

Οι περιστοµατικοί βραχίονες, στα 3/4 του μήκους τους από τη βάση, αντί για βεντούζες έχουν 16-18 άγκιστρα, αραιά τοποθετημένα σε διάταξη ζιγκ-ζάγκ και ακολουθούνται από 2 σειρές µε 20 περίπου βεντούζες των οποίων το μέγεθος μειώνεται προς το άκρο του βραχίονα. Ο 4ος αριστερά βραχίονας του αρσενικού έχει τροποποιηθεί σε εκτοκοτύλη.
Το ακραίο τμήμα των συλληπτήριων βραχιόνων έχει μια προστατευτική μεμβράνη και µία σειρά αγκίστρων, στον καρπό έχει 4-5 μικρές βεντούζες τοποθετημένες κυκλικά, εναλλάξ µε μικρούς ρόζους και στο δάκτυλο έχει 4 σειρές πολύ μικρών βεντουζών. Στο μετακάρπιο έχει 2 σειρές βεντουζών μεσαίου μεγέθους µε δόντια σε όλη τη περίμετρο των δακτυλίων τους και µία σειρά µε 3-5 άγκιστρα.
 

Η κάτω του πλευρά (η κοιλιακή επιφάνεια) φέρει διάσπαρτα περίπου 550 φωτοφόρα (όργανα που παράγουν φως) και χρωματοφόρες που αφήνουν κενή µία λεπτή γραμμή στο κέντρο του. Τα φωτοφόρα είναι διατεταγμένα σε εγκάρσιες σειρές των 4 έως 6 μεγάλα με πολλά μικρά στο ενδιάμεσο τους. Επίσης κάτω από κάθε του μάτι υπάρχουν δύο μεγάλα σχήματος οβάλ και τρία μεσαία φωτοφόρα.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Το είδος αυτό παρατηρήθηκε και περιγράφηκε για πρώτη φορά στη Μεσόγειο Θάλασσα, αλλά βρίσκεται επίσης σε μεγάλο μέρος του τροπικού και υποτροπικού Ατλαντικού Ωκεανού. Στη χώρα μας το βρίσκουμε σε όλες τις θάλασσες.
Την ημέρα βρίσκεται σε μεγάλα βάθη, 300-800 μ. ενώ την νύχτα ανεβαίνει κοντά στην επιφάνεια και κινείται μεταξύ των 20 και 60 μέτρων.
Τους καλοκαιρινούς μήνες και μέχρι τέλη Σεπτεμβρίου, πλησιάζει τις ακτές και πολύ συχνά θα το δούμε ακόμη και μέσα σε λιμάνια ή κοντά στους προβλήτες αφού έλκεται από τα φώτα τους.
 

Είναι πολύ εύκολο να τα πιάσει κάποιος ακόμη και με μια απόχη αφού ανεβαίνουν σχεδόν στην επιφάνεια και διακρίνονται εύκολα από τη λαμπρότητα της λάμψης των ματιών τους (ενός γαλαζοπράσινου φωσφορισμού).
 

Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
Το καλαμάρι αυτό κατά τη διάρκεια της ημέρας παραμένει σε μεγάλα βάθη όπου κανένα φως δεν διεισδύει, για να αποφύγει τους θηρευτές του. Ωστόσο, επειδή πρέπει να φαει, ανεβαίνει τη νύχτα κοντά στην επιφάνεια για να βρει τα μικρά ασπόνδυλα που είναι το αγαπημένο του θήραμά και αυτή η μετακίνηση, γίνεται επί καθημερινής βάσης.
Το καλαμάρι έχει φωτοφόρα στην κάτω πλευρά του για να το κάνουν λιγότερο ορατό και να φαίνεται σαν μια σκούρα σιλουέτα, όταν το βλέπουμε από κάτω σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού. Το καλαμάρι παρακολουθεί τη θερμοκρασία του νερού ως οδηγό για τη ρύθμιση των φασμάτων εκπομπής του φωτός που χρειάζεται να εκπέμπει, ώστε να μιμείται στενά τη ανταύγεια της επιφάνειας της θάλασσας. Σε κρύες θάλασσες μιμείται το γαλάζιο χρώμα που παράγει το ηλιακό φως σε αυτά τα βάθη και σε θερμότερα νερά παράγει πιο πράσινα χρώματα σαν φως από τη σελήνη.
Αλιεία του: Το είδος αυτό δεν αποτελεί στόχο της αλιείας και δεν αλιεύεται συστηματικά.
 

10. Abraliopsis prefferi, Pfeffer's enope squid, καλαμάρι σβουρίτσα (σχήμα 12)
Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Από τα 19 είδη της οικογένειας Ενοπλοτευθίδων (Enoploteuthidae), που ζουν σε σχετικά θερμές περιοχές του Ατλαντικού και του Ινδικού ωκεανού μόνο αυτό και το Ablalia multihamata ζουν στα νερά της Μεσογείου,
 

Το σώμα του είναι μικρό, μυώδες, μακρόστενο, κωνικό και χωρίς ουρά (ΜL< 4 cm). Τα πτερύγια είναι σχήματος οβάλ που μοιάζουν με καρδιά, είναι μεγάλα, πλατιά και ακουμπούν την άκρη του μανδύα. Το πλάτος τους είναι μεγαλύτερο του μήκους του μανδύα.
 

Οι βραχίονες του είναι σχετικά μακριοί με 2 σειρές άγκιστρων και 2 σειρές μικρών βεντουζών στις άκρες. Οι κοιλιακοί βραχίονες είναι αρκετά μεγαλύτεροι από τους άλλους, έχουν φωτοφόρα στις άκρες και δεν έχουν βεντούζες. Οι συλληπτήριοι βραχίονες είναι μακριοί, εύρωστοι, διευρύνονται ελάχιστα, έχουν μεμβράνη και 4 σειρές μικρών βεντουζών που είναι τοποθετημένου κυκλικά, εναλλάξ με ισάριθμους μικρούς ρόζους. Τα ενήλικα έχουν επί πλέον εξωτερικά και δύο σειρές µε 4-5 άγκιστρα.
Στο κοιλιακό μανδύα, στο κεντρικό μέρος του κεφαλιού, μεταξύ των ματιών και του σίφωνα υπάρχουν 3-4 σειρές φωτοφόρων όπως και στα άκρα των κοιλιακών βραχιόνων(ΙV).
 

Αλιεία του: Το είδος αυτό δεν αποτελεί στόχο της αλιείας και δεν αλιεύεται συστηματικά.
 

11. Ancistrocheirus lesueuri, Sharpear enope squid, καλαμάρι πινέζα. (σχήμα 13).
Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Πρόκειται για ωκεάνιο είδος που παρουσιάζει έντονο σεξουαλικό διμορφισμό. Τα θηλυκά είναι 3,5 φορές μεγαλύτερα σε μέγεθος σώματος και έχουν 10 φορές περισσότερο βάρος από τα αρσενικά.
 

Η στοματική του περιοχή είναι έντονα χρωματισμένη, δεν έχει νηκτική κύστη, υπάρχουν άγκιστρα σε όλα του τα πλοκάμια και οι συλληπτήριοι βραχίονες δεν έχουν βεντούζες.
Ο μανδύας είναι μακρύς και στρογγυλο-κωνικός. Τα πτερύγια είναι μεγάλα, και ρομβοειδή με μήκος ίσο µε το 70-80% του μήκους του μανδύα.
 

Οι περιστοµατικοί βραχίονες έχουν 2 σειρές αγκίστρων. Οι συλληπτήριοι βραχίονες έχουν στο ακραίο τους τμήμα 4-5 βεντούζες στο καρπό και στο μετακάρπιο δύο σειρές αγκίστρων με 7-9 μεγάλα άγκιστρα στην εσωτερική σειρά και 7μικρότερα στην εξωτερική
Φωτοφόρες εμφανίζονται σε όλο το σώμα του. Μεγάλες φωτοφόρες υπάρχουν στο κεφάλι, στη χοάνη, στη βάση των πλοκαμιών και στο μανδύα του πτερυγίου. Μεσαίες φωτοφόρες υπάρχουν στην κοιλιακή επιφάνεια του μανδύα (συνήθως 22), με πολυάριθμες πολύ μικρές φωτοφόρες στο κεφάλι του, στη χοάνη, στη βάση του δεύτερου ζεύγους των πλοκαμιών και 12 στο μίσχο των συλληπτήριων βραχιόνων. Τα ώριμα αρσενικά έχουν μεγάλες φωτοφόρες στις άκρες του 4ου ζεύγους πλοκαμιών απέναντι από το στόμα ενώ τα ώριμα θηλυκά έχουν φωτοφόρες στις άκρες των έξι ραχιαίων πλοκαμιών.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
 

Είναι ένα ωκεάνιο είδος που ζει κοπαδιαστά σε βαθιά νερά (από 200 μέχρι 1000 μέτρα), τροπικών, υποτροπικών και εύκρατων περιοχών του Ειρηνικού, του Ατλαντικού, του Ινδικού Ωκεανού και όλης της Μεσογείου.
Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
 

Γεννά σχεδόν όλες τις περιόδους του έτους από 200.000 έως 800.000 αυγά τα οποία αποθέτουν συνήθως στις πλαγιές του βυθού της υφαλοκρηπίδας (γύρω στα 300μ) αλλά μπορεί και να τα αφήσουν και στην ανοικτή θάλασσα.
Μετά την εκκόλαψη τους τα νεογνά ανέρχονται προς την επιφάνεια των μεσοπελαγικών νερών και γίνονται (πλανκτονικά) ενώ μετά από 2-3 μήνες γίνονται βενθικά.
Τα αρσενικά ζουν συνήθως έως και 1 έτος, ενώ τα θηλυκά μπορούν να ζήσουν έως και 2 χρόνια.
 

Αλιεία του: Δεν είναι, και είναι απίθανο να είναι, ο στόχος της εμπορικής αλιείας λόγω των υψηλών συγκεντρώσεων αμμωνίου στον ιστό του σώματος του, αλλά αλιεύεται ως παρεμπίπτον αλίευμα στις τράτες για άλλα είδη.
Δεν έχει εμπορική αξία και ως εκ τούτου δεν αλιεύεται συστηματικά
 

12. Pyroteuthis margaritifera, Jewel enope squid, μαργαριτοφόρο καλαμάρι. (σχήμα 14)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Είναι βαθυπελαγικό είδος που ζει σε βάθη από 50 - 800 m
Ο μανδύας του είναι στενός, κωνικός, μικρού μεγέθους (μέγιστο μήκος 5 cm), μοιάζει με κύπελλο και έχει μια οξεία ουρά. Το χρώμα του είναι χρυσο-κόκκινο μεταλλικό.
Τα πτερύγια στα νεαρά έχουν σχήμα ωοειδές ενώ στα ενήλικα είναι ημικυκλικά που δεν ενώνονται στο κάτω άκρο τους με τον μανδύα, είναι δηλ. ελεύθερα στο κάτω άκρο τους.
Οι περιστοματικοί βραχίονες είναι λίγο μακριοί, πολύ δυνατοί και έχουν λίγες βεντούζες κοντά στο άκρο και τη βάση τους γιατί οι περισσότερες έχουν αντικατασταθεί από άγκιστρα. Όλοι τους έχουν γάντζους σχεδόν σε όλο τους το μήκος, μέχρι τα άκρα, που είναι κατανεμημένοι σε 2 σειρές.
 

Οι συλληπτήριοι βραχίονες είναι μακρόστενοι, οξύληκτοι και ο κορμός τους είναι επιμηκυμένος (όχι διευρυμένος). Στο δάκτυλο έχουν 4 σειρές μικρών βεντουζών σε διάταξη ζικ-ζακ, οι οποίες συνεχίζονται και στο μετακάρπιο ενώ στη μεσαία κοιλιακή σειρά αντί για βεντούζες έχουν 4-5 άγκιστρα. Στον καρπό έχουν κυκλικά τρεις βεντούζες και 3 ρόζους εναλλάξ.
 

Το είδος αυτό ξεχωρίζει ευκολότερα από τα άλλα μέλη του γένους λόγω της διάταξης των φωτοφόρων στους συλληπτήριους βραχίονες και της δομής της εκτοκοτύλης. Στους συλληπτήριους βραχίονες έχει τρία μεγάλα ελλειψοειδή φωτοφόρα και τρεις μικρότερες σφαιρικές ενώ η εκτοκοτύλη του, το 4ο δεξί πλοκάμι, έχει 13-19 γάντζους-αγκίστρια, μία γλώσσα σαν πτερύγιο και απέναντι της τρία αγκίστρια. Επίσης η άκρη του έχει μέχρι και 13 μικρές βεντούζες.
 

Τα φωτοφόρα τους είναι στο κεφάλι, στους βραχίονες και στα εντόσθια, δεν έχουν πάνω στον μανδύα. Εσωτερικά στο σώμα τους έχουν δέκα φωτοφόρα.
Γύρω από κάθε µάτι έχουν δώδεκα (3 μικρά και 9 μεγαλύτερα με πράσινη μεταλλική λάμψη) ενώ κάτω από το δέρμα κοντά στη βάση των συλληπτήριων βραχιόνων και στην άκρη των συλληπτήριων βραχιόνων έχουν έξι, τρεις μεγάλες ελλειψοειδούς σχήματος και τρεις μικρές σφαιρικές.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Είναι ένα κοσμοπολίτικο είδος που το βρίσκουμε στα τροπικά και υποτροπικά έως εύκρατα νερά όλων των θαλασσών. Βρέθηκε και περιγράφηκε για πρώτη φορά στη Μεσόγειο Θάλασσα και είναι κοινό είδος στον Ατλαντικό, Ινδικό και δυτικό-νότιο Ειρηνικό ωκεανό. Το είδος εμφανίζεται σε αφθονία στην ανατολική Μεσόγειο Θάλασσα και Βόρειο Αιγαίο σε λεκάνες με μεσαία και βαθιά νερά. Τα ενήλικα βρίσκονται την ημέρα σε βάθος 300-500μ και τη νύχτα ανεβαίνουν σε βάθη 50-180μ.
 

Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
Τα αρσενικά και θηλυκά ενήλικα συνήθως πεθαίνουν λίγο μετά την αναπαραγωγή και την ωοτοκία αντίστοιχα και γενικά το είδος αυτό έχει έναν πολύ σύντομο κύκλο ζωής, περίπου 1 χρόνου.
Τα έμβρυα μόλις γεννηθούν ζουν για κάποιο χρονικό διάστημα κοντά στην επιφάνεια και μόλις μεγαλώσουν λίγο και ενηλικιωθούν δραστηριοποιούνται κοντά στο βυθό (γίνονται βενθικά).
 

Αλιεία του: Το είδος αυτό δεν αποτελεί στόχο της αλιείας και δεν αλιεύεται συστηματικά.
 

Ε. Οικογένεια: Histioteuthidae: Το γένος Histioteuthis, μοναδικό της οικογένειας Histioteuthidae, αναγνωρίζεται εύκολα από το καφέ-ρόζ χρώμα του µανδύα και τα πολυάριθμα φωτοφόρα που κατανέμονται σε διαγώνιες γραμμές στο μανδύα, το κεφάλι και την εξωτερική πλευρά των περιστοµατικών βραχιόνων. Γενικά, έχουν κοντό μανδύα µε μικρά στρογγυλεμένα πτερύγια, μεγάλους και ισχυρούς βραχίονες µε σχεδόν τετράγωνη διατομή, 2 σειρές βεντουζών στους περιστοµατικούς βραχίονες και 4 ή περισσότερες σειρές στο ακραίο τμήμα των συλληπτήριων βραχιόνων. Στα Ελληνικά νερά συναντώνται τα είδη Histioteuthis bonnellii και Histioteuthis reversa.
 

13. Histioteuthis bonnellii, Umbrella squid, Καλαμάρι ομπρέλα (σχήμα 15)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Είναι ένα από τα μεγαλύτερα είδη του γένους του, με σύνηθες μήκος μανδύα τα 33 cm και συνολικό μήκος περί το 1,20 μ.
 

Το σώμα αυτών των μεσαίων καλαμαριών έχει μοβ χρώμα, πολλά έχουν διάφορα φωτεινά όργανα, ειδικά στο μανδύα, τα πλοκάμια και τους συλληπτήριους βραχίονες. Τα μάτια του δεν είναι συμμετρικά και όμοια με το αριστερό µάτι να είναι αισθητά μεγαλύτερο από το δεξί.
 

Τα πλοκάμια συνδέονται με μια μεμβράνη. Οι περιστοµατικοί βραχίονες έχουν διαφορετικά μήκη, µε μακρύτερους τους πλευρικούς (ΙΙ, ΙΙΙ) και κοντύτερους τους ραχιαίους και φέρουν 2 σειρές μικρών βεντουζών στην εσωτερική τους πλευρά. Οι συλληπτήριοι βραχίονες είναι λεπτότεροι από τους περιστοµατικούς και µε πολύ μικρότερες βεντούζες στο ακραίο τους τμήμα. Στο μετακάρπιο έχουν 4-5 σειρές βεντουζών, µε μεγαλύτερες βεντούζες στις μεσαίες σειρές.
 

Έχουν πολλά φωτοφόρα στο κεφάλι, στο μανδύα και την εξωτερική πλευρά των περιστοµατικών βραχιόνων. Στην άκρη των περισστοματικών βραχιόνων του πρώτου και τρίτου ζεύγους (Ι και ΙΙΙ) έχουν ένα μεγάλο φωτοφόρο ενώ γύρω από το αριστερό μάτι έχει δεκαεπτά. Στην κοιλιακή επιφάνεια του κεφαλιού και του μανδύα είναι πυκνότερα, διατεταγμένα σε περίπου διαγώνιες γραμμές, ενώ στην εξωτερική πλευρά των βραχιόνων σχηματίζουν 1-3 διαμήκεις σειρές.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος
Ζουν σε μεσόνερα σε περιοχές με βάθη από 100 μέχρι και 2200 μέτρων. Τα νεαρά βρίσκονται κοντά στην επιφάνεια μεταξύ 100 και 200 μέτρων ενώ τα ενήλικα πιο βαθιά μεταξύ 200 και 800 μ.
Το βρίσκουμε κυρίως στον Ατλαντικό Ωκεανό (βόρειο και νότιο) και στη Μεσόγειο θάλασσα.
 

Βιολογία:
Πρόκειται για σαρκοφάγο και το φαγητό του αποτελείται κυρίως από ψάρια, καβούρια, αστακούς και μαλάκια, που πιάνει με τα πλοκάμια του.
Αποτελεί αγαπημένη τροφή για φάλαινες, καρχαρίες και ξιφία.
Αλιεία του: Το είδος αυτό δεν αποτελεί στόχο της αλιείας και δεν αλιεύεται συστηματικά.
 

14. Histioteuthis reversa, Reverse jewel squid or elongate jewel squid, Καλαμάρι στέμμα (σχήμα 16)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Ο μανδύας έχει σχήμα κυπέλλου και επιμηκύνεται σημαντικά στα θηλυκά όταν ωριμάζουν. Το μέγιστο μήκος μανδύα φτάνει τα 20 cm.
Τα πτερύγια είναι μικρά, από 1/3 έως το μισό του μήκους του μανδύα και περίπου το μισό του πλάτους του. Τα μάτια τους είναι ανισομεγέθη με το δεξί να είναι λίγο μικρότερο, γιαυτό και ονομάζεται και αλλήθωρο καλαμάρι,
 

Οι περιστοματικοί βραχίονες είναι δυνατοί με μήκος περίπου μιάμιση φορά το μήκος του μανδύα. Οι εξωτερικοί βραχίονες δεν συνδέονται μεταξύ τους με μεμβράνη ενώ οι υπόλοιποι συνδέονται με ένα ιστό-μεμβράνη. Οι βεντούζες στους βραχίονες είναι σφαιροειδείς, συνήθως με δόντια στη περιφέρεια, αραιά τοποθετημένες κοντά στη βάση τους αλλά πολύ πυκνές στο άκρο τους. Στην άκρη των πλοκαμιών είναι σε πέντε ή έξι σειρές, με μεγαλύτερες βεντούζες στις κεντρικές σειρές. Πιο συγκεκριμένα στους βραχίονες ΙΙ και ΙΙΙ είναι μεγάλης διαμέτρου, στους ραχιαίους (Ι) είναι μεσαίες και στους κοιλιακούς (ΙV) μικρότερες. Οι συλληπτήριοι βραχίονες είναι λεπτότεροι από τους περιστοµατικούς και µε πολύ μικρότερες βεντούζες στο ακραίο τμήμα τους. Στο μετακάρπιο έχουν 4-5 σειρές βεντουζών, µε μεγαλύτερες βεντούζες στις μεσαίες σειρές
Η κοιλιακή (κάτω) επιφάνεια του μανδύα έχει μια πολύπλοκη διάταξη μεγάλων και μικρών σύνθετων φωτοφόρων ενώ δεκαεπτά μεγάλα και ένα μικρό φωτοφόρο περιβάλλουν το δεξί μάτι. Μπροστά από το αριστερό του μάτι υπάρχουν επτά μεγάλες φωτοφόρες και περιφερειακά έχει από δέκα έως δεκατέσσερα μικρά φωτοφόρα. Τα φωτοφόρα είναι πυκνότερα στην κοιλιακή επιφάνεια του κεφαλιού, του μανδύα και την εξωτερική πλευρά των κοιλιακών βραχιόνων, στους οποίους σχηματίζουν 3- 4 σειρές.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Είναι ένα κοσμοπολίτικο είδος που ζει σε νερά με θερμοκρασία από 2 μέχρι 20°C, στον Ατλαντικό ωκεανό, στον Ειρηνικό και Ινδικό ωκεανό και σε όλη τη Μεσόγειο (εκτός από τη Νοτιοανατολική μεσόγειο Στη χώρα μας υπάρχει στο βόρειο και στο νότιο Αιγαίο.
 

Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
Το βρίσκουμε στα ανώτερα ύδατα της ανοικτής θάλασσας, σε βάθη 400 - 800 m και συχνά κοντά σε εξάρσεις βυθού και πάγκους, ίσως επειδή υπάρχουν περισσότερα ψάρια. Τα νεαρά είναι σε βάθη 0 - 200 μέτρα, ενώ τα μεγαλύτερα είναι σε βαθιά νερά την ημέρα και τη νύχτα πάνε σε μεγαλύτερα βάθη.
 

Έχει παρατηρηθεί πως τα ενήλικα πάνε σε βάθη μεταξύ 80 και 300 m, ενώ τα ηλικιωμένα σε βαθύτερα μεταξύ 600 και 1300 m τόσο την ημέρα όσο και τη νύχτα πράγμα που δείχνει πως η ωρίμανση συμβαίνει σε βάθος. Παρόλα αυτά, η ύπαρξη αυγών που επιπλέουν στην επιφάνεια δείχνει ότι τα θηλυκά ανέρχονται για την ωοτοκία.
Τα θηλυκά έχουν μεγαλύτερα σωματικά μεγέθη, σχεδόν διπλάσια, απ’ ότι τα αντίστοιχης ηλικίας αρσενικό. κατά την ωριμότητα σε σύγκριση με τα αρσενικά.
Αλιεία: Αυτό το μικρό έως μεσαίου μεγέθους καλαμάρι είναι ένα είδος που αλιεύεται συστηματικά στον Βόρειο Ατλαντικό ενώ στα άλλα μέρη είναι παρεμπίπτον αλίευμα.
 

15. Octopoteuthis sicula, Ruppell's octopus squid, Οκταπλόκαμο καλαμάρι. (σχήμα 17)
Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Είναι µεσοπελαγικό είδος και έχει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα τόσο των καλαμαριών όσο και των χταποδιών.
 

Χαρακτηρίζονται από το μεγάλο μέγεθος των πτερυγίων, την ύπαρξη 2 σειρών αγκίστρων αντί για βεντούζες στους περιστοµατικούς βραχίονες και την απουσία των συλληπτήριων βραχιόνων από τα έφηβα και τα ενήλικα καλαμάρια.
Το σώμα τους είναι μαλακό με κοκκινωπό χρώμα και ζελατινώδη υφή που εύκολα διαλύεται.
 

Τα πτερύγια τους είναι μεγάλα σε σχήμα ρόμβου που καλύπτουν πάνω από το 80% του μανδύα τους.
 

Οι περιστοµατικοί βραχίονες έχουν 2 σειρές αγκίστρων και μόνο προς το άκρο τους έχουν μερικές βεντούζες.
 

Στα άκρα των βραχιόνων, στην κοιλιακή επιφάνεια του μανδύα και στο μελανοφόρο σάκο έχουν ενσωματωμένα μικρά φωτοφόρα ενώ στην ουρά έχουν 1-2 μεγάλα φωτοφόρα. Τα φωτοφόρα αυτά δεν έχουν μυώδη καλύμματα αλλά κινητά χρωματοφόρα που αποκρύπτουν τον φωτογενετικό ιστό. Οι άκρες των βραχιόνων του όταν επιτίθεται για να συλλάβει ένα θύμα του σπάνε συχνά, αποκολλούνται και αναβοσβήνουν και ίσως αυτό να είναι ένα είδος άμυνας τους.
 

Το είδος αυτό παρουσιάζει έντονο σεξουαλικό διμορφισμό με τα θηλυκά να επιτυγχάνουν μεγαλύτερο μέγεθος σώματος όταν ωριμάσουν.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Το βρίσκουμε σε τροπικά, υποτροπικά και εύκρατα νερά του Ατλαντικού, στον Ινδικό και δυτικό Ειρηνικό ωκεανό, στη Μεσόγειο και στη Μαύρη θάλασσα.
Τα μικρά μετά την εκκόλαψη πάνε σε βάθος από την επιφάνεια μέχρι 300 μέτρα ενώ τα ενήλικα κατοικούν σε μεγάλα βάθη, μεσο- και βαθυπελαγικά, με θερμοκρασίες από 2 μέχρι 22ο C
 

Αλιεία του: Το είδος αυτό δεν αποτελεί στόχο της αλιείας και δεν αλιεύεται συστηματικά.
Στ. Θράψαλα οικογένειας Ommastrephidae
Στα θράψαλα, όπως κοινά ονομάζονται τα είδη της οικογένειας αυτής, ανήκουν αρκετά είδη τευθοειδών μεγάλου μεγέθους που αφθονούν στους ωκεανούς, θεωρούνται πελαγικά είδη αλλά αφθονούν και στο βυθό (νηριτική ζωή). Η οικογένεια έχει τρεις υπο-οικογένειες, 11 γένη και πάνω από 20 είδη.
 

Είναι κοσμοπολίτικο είδος, δηλ. υπάρχει σε όλες τις θάλασσες του κόσμου σε βάθη από 5 μέχρι1000μ, είναι μια νόστιμη τροφή και αλιεύονται συστηματικά. Ένα μόνο είδος, το Todarodes pacificus, καταλαμβάνει περίπου τα μισά αλιεύματα των κεφαλόποδων παγκοσμίως.
 

Κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η μορφή του κλείστρου μανδύα-σιφωνίου που είναι σε σχήμα Τ και τα σχετικά μικρά πτερύγια που σχηματίζουν τρίγωνο καλύπτοντας λιγότερο από το 60% του μανδύα. Είναι πολύ δυνατοί κολυμβητές και ορισμένα μέλη της οικογένειας έχουν τη δυνατότητα να πετάξουν έξω από το νερό, κυρίως για να ξεφύγουν από τους θηρευτές, και γι’ αυτό δίκαια σχεδόν όλα, ονομάζονται "ιπτάμενα καλαμάρια".
Οι περιστοματικοί βραχίονες των Ommastrephid έχουν μια διπλή σειρά βεντουζών και δεν έχουν νύχια-γάντζους. Ένας από τους κοιλιακούς βραχίονες των αρσενικών έχει μετατραπεί σε σεξουαλικό όργανο (το hectocotylus). Οι άκρες των συλληπτήριων βραχιόνων είναι πεπλατυσμένες, έχουν τέσσερις σειρές βεντουζών, εκτός από το γένος Illex, που έχει οκτώ και φέρουν αιχμηρούς γάντζους-δόντια με τα οποία αρπάζουν το θήραμα για να το φέρνουν στο στόμα τους.
 

16. Illex coindetii, shortfin squid, Κόκκινο καλαμάρι (θράψαλο). (σχήμα 18)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Ένα μέτρια μακρύ και στενό καλαμάρι μήκους περί τα 40 εκατοστά, με μια μυτερή ουρά και μεγάλο συμπαγές κεφάλι
 

Το σώμα του είναι μυώδες και αποτελείται από ένα μακρύ κυλινδρικό μανδύα, μέτρια λεπτό, με χρωστικά κύτταρα και τριγωνικά πτερύγια. Το σώμα του είναι κυλινδρικό με πλάτος 15 έως 25% του μήκους του μανδύα που γίνεται κωνικό προς την ουρά. Ο μηχανισμός ασφάλισης του μανδύα (που συνδέει τη χοάνη με το μανδύα) έχει σχήμα Τ, που είναι χαρακτηριστικό όλων των καλαμαριών της οικογένειας ommastrephid
Το κεφάλι αρκετά μεγάλο, συμπαγές και δυνατό, κυρίως στα αρσενικά. Το πάνω μέρος του ράμφους έχει μακρά και ανθεκτική κουκούλα, ομαλή ωμοπλάτη και κοντά φτερά.
Τα αρσενικά έχουν γενικά κοντύτερο σώμα και μεγαλύτερο κεφάλι από τα θηλυκά. Οι περιστοµατικοί βραχίονες ΙΙ και ΙΙΙ είναι επίσης μεγαλύτεροι στα αρσενικά.
Τα τριγωνικά πτερύγια βρίσκονται πίσω, σε πλευροραχιαία θέση και σχηματίζουν μαζί ένα ρόμβο. Τα πτερύγια, έχουν πλάτος μεγαλύτερο απ΄ότι μήκος και το μήκος τους φτάνει το 1/3 του μήκους του μανδύα
 

Οι 2 συλληπτήριοι βραχίονες στο κατώτερο τμήμα τους έχουν οκτώ διαμήκεις σειρές μικρών βεντουζών στο δάκτυλο ενώ στο µετακάρπιο 4 σειρές µε μεγαλύτερης διαμέτρου βεντούζες στις 2 εσωτερικές σειρές. Οι χιτινώδεις δακτύλιοι των βεντουζών έχουν δόντια µε πλατιά λεία επιφάνεια σε όλη την περίμετρο τους.
 

Οι 8 περιστοματικοί βραχίονες έχουν μεγάλο μήκος, ιδιαίτερα στα αρσενικά, ενώ οι βραχίονες II και III είναι πολύ ισχυροί. Ο βραχίονας IV αριστερός ή δεξιός βραχίονας μετατρέπεται σε εκτοκοτύλη και είναι ίσος ή και μικρότερος από τον αντίθετα αναπτυσσόμενο βραχίονα και της ίδιας διαμέτρου. Φέρουν δύο σειρές βεντουζών με δόντια σε όλη την περίμετρο τους, µε ένα μεγαλύτερο αιχμηρό δόντι στο μέσον. Οι μεγαλύτερες από τις μεσαίες βεντούζες στην άκρη των βραχιόνων έχουν επίσης δόντια στο χείλος που βρίσκεται πιο μακριά από το σώμα ή γύρω από αυτό. Οι βεντούζες στο απομακρυσμένο τρίτο της εκτοκοτύλης δεν υπάρχουν και έχουν αντικατασταθεί με κάτι σαν πτερύγια με κωνικές θηλές.
 

Εμφανίζεται φυλετικός διμορφισμός με τα θηλυκά να είναι συνήθως μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Έτσι το μέσο μήκος του μανδύα για τα θηλυκά είναι 15 -22 cm με μέγιστο καταγεγραμμένο μήκος 35 cm και για τα αρσενικά 18-22 cm. Το μέσο βάρος για τα θηλυκά είναι περί 370 g και για τα αρσενικά 220 g
Όπως και άλλα μέλη του γένους, το Illex coindetii δεν διαθέτει φωτοφόρες το δε χρώμα τους ποικίλλει ανάλογα με τα ενεργοποιημένα χρωστικά κύτταρα. Πιο συχνά είναι καφεκόκκινο µε µία ταινία πιο σκούρου καφέ κατά μήκος της ραχιαίας επιφάνειας του μανδύα.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Το είδος αυτό χαρακτηρίζεται ως νηριτικό, ωκεάνιο και από πελαγικό ως ημιβενθικό.
Το είδος αυτό υπάρχει σε όλη τη Μεσόγειο και τη Μαύρη θάλασσα καθώς επίσης και στις δύο ακτές του Ατλαντικού.
 

Κατοικεί σε παράκτιες περιοχές με αμμώδεις, λασπώδεις και αργιλώδεις βυθούς που έχουν θερμοκρασία από 4 μέχρι 26° C..Το βρίσκουμε σε βάθη από την επιφάνεια ως και τα 600m αλλά μπορεί να βρεθεί και από 30 μέχρι 1000μ. Στη χώρα μας βρίσκεται συνήθως σε βάθη από 20 μέχρι 400μ και αποτελεί το δεύτερο σε αφθονία είδος καλαμαριού.
 

Ορισμένα κοπάδια έχει παρατηρηθεί ότι εμφανίζουν μετανάστευση σε ρηχά νερά κατά τη διάρκεια της άνοιξης και σε βαθύτερα το χειμώνα. Επίσης παρουσιάζει καθημερινά κάθετη μετανάστευση, όπου τα καλαμάρια είναι σε βαθιά νερά και κοντά στον πυθμένα κατά τη μέρα και τη νύχτα ανεβαίνουν κοντά στην επιφάνεια για να φάνε.
 

Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
Η αναλογία μεταξύ ανδρών και γυναικών στο Illex coindetii είναι περίπου 1: 1 τα δε θηλυκά μεγαλώνουν πιο γρήγορα και πιο πολύ, από τα αρσενικά.
Η αναπαραγωγική περίοδος αυτού του είδους εμφανίζει δύο χαρακτηριστικές εξάρσεις μια την άνοιξη και μία το φθινόπωρο. Ωοτοκεί όμως καθ 'όλη τη διάρκεια του έτους με κορύφωση εκκόλαψης αυγών τον Ιούλιο-Αύγουστο. Τα θηλυκά ζευγαρώνουν πολλές φορές και εκτιμάται ότι αποθέτουν τουλάχιστον 200.000 αυγά σε σχετικά βαθιά νερά. Τα αυγά εκκολάπτονται μετά από 10 έως 14 ημέρες μετά την τοποθέτηση τους.
Η διάρκεια ζωής τους κυμαίνεται από 12 ως 18μήνες και μπορεί να φτάσει μέχρι τους 20 μήνες για τα αρσενικά και τους 24 για τα θηλυκά.
 

Η κύρια τροφή τους είναι ψάρια, καρκινοειδή (ιδιαίτερα η μικρή γαρίδα σε μερικούς πληθυσμούς) και άλλα κεφαλόποδα. Έχει παρατηρηθεί κανιβαλισμός.
Αλιεία του: Είναι ένα είδος με μεγάλη εμπορική αξία και ψαρεύεται συστηματικά. Είναι ένα από τα δύο είδη καλαμαριών που αλιεύονται πιο συχνά για κατανάλωση από τον άνθρωπο στο βορειοανατολικό και κεντρικό Ατλαντικό, ιδιαίτερα στην Ισπανία και την Πορτογαλία (το άλλο είναι το Todaropsis eblanae ή lesser flying squid). Στη Μεσόγειο αποτελεί σημαντικό παρεμπίπτον αλίευμα της αλιευτικής βιομηχανίας στο δε Αιγαίο αποτελεί ένα από τα αφθονότερα είδη στην κατωφέρεια του βυθού.
 

17. Ommastrephes bartramii, Νeon flying squid και Red flying squid, Κόκκινο ιπτάμενο ή και Κόκκινο καλαμάρι. (φωτο Νο 19)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Το σώμα τους είναι μεγάλο και μυώδες με ένα μακρύ και χοντρό κυλινδρικό μανδύα με τριγωνικά πτερύγια, που βρίσκονται πίσω σε πλευροραχιαία θέση σχηματίζοντας ένα ρόμβο.
 

Διακρίνονται εύκολα από την παρουσία μιας επιμήκους λωρίδας ασημί χρώματος στη μέση της κοιλιακής πλευράς του μανδύα.
Τα ενήλικα αρσενικά συνήθως έχουν μήκος μανδύα 29-32 εκατοστά ενώ μπορεί να φτάσουν μέγιστο μήκος 45 εκ. Τα θηλυκά ενήλικα είναι πολύ μεγαλύτερα, με σύνηθες μήκος μανδύα περί τα 50 cm και μέγιστο τα 60 cm
 

Οι περιστοματικοί βραχίονες έχουν 9 έως 27 βεντούζες. Ο αριστερός και ο δεξιός τρίτος βραχίονας έχουν προστατευτικές μεμβράνες ενώ ο τέταρτος αριστερός ή δεξιός βραχίονας έχει την εκτοκοτύλη. Οι συλληπτήριοι βραχίονες έχουν στην άκρη τους από 4 έως 7 βεντούζες με δοντάκια γύρω-γύρω.
 

Έχουν φωτοφόρες, αλλά είναι μικρές, ακανόνιστες και περιορίζονται στην κοιλιακή πλευρά του μανδύα, του κεφαλιού και των πλοκαμιών.
 

Όπως και άλλα ommastreides και onychoteuthids είναι γνωστά ως «ιπτάμενα καλαμάρια», τα δε neon flying squid, έχουν την ικανότητά να πετάγονται ταχύτατα έξω από το νερό, και τη μέρα και τη νύχτα, όπως και τα ιπτάμενα ψάρια και μερικές φορές να προσγειώνονται ακούσια στα καταστρώματα των πλοίων. Αυτό συμβαίνει συχνότερα κατά τη διάρκεια άσχημων καιρικών συνθηκών ή όταν υπάρχουν αρπακτικά στη γύρω περιοχή και θεωρείται ότι αυτή η συμπεριφορά είναι μια ενστικτώδης αντίδραση στην απειλή. Έχουν δε τη δυνατότητα να μένουν στον αέρα για αρκετά μεγάλα διαστήματα.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Πρόκειται για πελαγικό, ωκεάνιο καλαμάρι που απαντά σε υποτροπικά και εύκρατα νερά σε όλο τον κόσμου (κοσμοπολίτικο είδος). Το βρίσκουμε στον Ειρηνικό, τον Ατλαντικό και τον Ινδικό Ωκεανό καθώς και στη Μεσόγειο θάλασσα.
Είναι ένα κοινό είδος σε διάφορες περιοχές του Αιγαίου. Το βρίσκουμε πιο συχνά στο νότιο Αιγαίο, κυρίως γύρω από τη Ρόδο και στο βόρειο Αιγαίο από τις βόρειες ακτές του Αιγαίου μέχρι τον κόλπο της Σμύρνης.
 

Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
Τα καλαμάρια αυτά χαρακτηρίζονται από τη μεγάλη ταχύτητα κατά τις μετακινήσεις τους, έχουν καταγραφεί ταχύτητες από 6 μέχρι 18 χιλιόμετρα την ώρα, και είναι μεταναστευτικά. Η ζωή τους διαρκεί περί τον ένα χρόνο και κατά τη διάρκεια της ζωής τους ολοκληρώνουν μια κυκλική μετανάστευση μεταξύ των τόπων διατροφής και αναπαραγωγής τους.
 

Έχουν καθημερινή κάθετη μετατόπιση δηλ. επειδή τη νύχτα βρίσκουν τροφή κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας είναι σε βάθη από 0 έως 70 μέτρα και κοντά στα μέτωπα κρύου νερού ενώ την ημέρα κατεβαίνουν σε βάθη συνήθως από 200 έως 400 m ενώ μπορεί να κατέβουν και σε βάθη μέχρι 1.500 m .
 

Το ζευγάρωμα συμβαίνει με τα αρσενικά να περνούν σπερματοζωάρια στα θηλυκά και αυτά να τα αποθηκεύουν στην στοματική τους κοιλότητα μέχρι να ωριμάσουν σεξουαλικά και να αρχίσει η γονιμοποίηση και η εκκόλαψη.
 

Η αναπαραγωγή είναι συνεχής και όχι εποχιακή, που συμβαίνει σχεδόν καθ 'όλη τη διάρκεια του έτους . Κάθε θηλυκό γεννά περίπου 350.000 έως 3.5 εκατομμύρια αυγά, ανάλογα με το μέγεθός του και τα μικρά αναπτύσσονται με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Με τα την γονιμοποίηση και εκκόλαψη των αυγών τα αρσενικά και τα θηλυκά ενήλικα αντίστοιχα, πεθαίνουν σύντομα μετά ενώ τα μικρά κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και του φθινοπώρου μεταναστεύουν προς περιοχές με κρύα νερά και συνήθως ζουν σε βάθος μέχρι 25 μ από την επιφάνεια. Μετά την ωρίμανση τους επιστρέφουν στους χώρους αναπαραγωγής για να συνεχιστεί ο κύκλος ζωής τους.
 

Τρέφονται με μικρά ψάρια της επιπελαγικής και μεσοπελαγικής ζώνης, μέ άλλα κεφαλόποδα μαλάκια, γαρίδες και παρουσιάζουν έντονο τον κανιβαλισμό (τρωνε τα μικρότερα μέλη του δικού τους είδους).
 

Αποτελούν βασική τροφή μεγάλων ψαριών (όπως του ξιφία, marlin και τόνου), των καρχαριών, θαλάσσιων θηλαστικών (δελφίνια- φάλαινες- φώκιες) και μεγάλων θαλασσοπουλιών (π.χ. άλμπατρος).
 

Αλιεία του: Είναι νοστιμότατα, αλιεύονται συστηματικά και έχουν μεγάλη εμπορική αξία. Αλιεύονται σε μεγάλο βαθμό στον Βόρειο Ειρηνικό με τα ετήσια αλιεύματα να κυμαίνονται μεταξύ 100.000 και 200.000 τόνων.
 

18. Sthenoteuthis pteropus, orangeback flying squid, or orangeback squid, Πορτοκαλί καλαμάρι. (σχήμα 20)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Το σώμα του είναι συμμετρικό, σαρκώδες και μυώδες. Ο μανδύας του είναι κυλινδρικός και στενεύει ελαφρώς προς τα πίσω, όπου υπάρχει ένα φαρδύ πτερύγιο σε σχήμα ισόπλευρου τριγώνου. Ο μανδύας στα ώριμα είναι μήκους περί τα 65 cm και το πλάτος των πτερυγίων του είναι περίπου τα τρία τέταρτα αυτού.
 

Οι περιστοματικοί του βραχίονες έχουν αμβλύ άκρα στην δε εξωτερική επιφάνεια του τρίτου ζεύγους υπάρχει μια εμφανής κορυφή. Η εκτοκοτύλη έχει 22-26 βεντούζες. Οι συλληπτήριοι του βραχίονες είναι λεπτοί τα δε τερματικά τμήματα έχουν βεντούζες των οποίων ο δακτύλιος είναι οπλισμένος με μια εγκάρσια σειρά μεγάλων δοντιών και άλλων μικρότερων βεντουζών για την εύκολη σύλληψη της θήρας.
Υπάρχουν αρκετές φωτοφόρες βιοφωταύγειας στο κεφάλι, στο μανδύα και στους τέταρτους βραχίονες, με ένα συμπυκνωμένο έμπλαστρο στην πρόσθια ραχιαία επιφάνεια του μανδύα που σχηματίζει ένα λαμπερό, πορτοκαλί και ωοειδές σχήμα.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Είναι ένα κοινό επιπελαγικό είδος που βρίσκεται στα ανώτερα στρώματα της θάλασσας μέχρι βάθους 200 μ. στις τροπικές, θερμές και εύκρατες περιοχές του Ατλαντικού Ωκεανού, της Μεσογείου και της Μαύρης θαλάσσης, όπου τα επιφανειακά ύδατα είναι πάνω από 16 C.
 

Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
Το καλαμάρι αυτό μπορεί να κινηθεί πολύ γρήγορα μέσα στο νερό με εκτόξευση πίδακα νερού από το εύκαμπτο σιφόνι του αλλά μπορεί επίσης και να εκτοξευθεί έξω από το νερό και να κινηθεί με μεγάλη ταχύτητα για αρκετά μέτρα. Υπολογίστηκε ότι η ταχύτητα στον αέρα είναι πενταπλάσια από την ταχύτητα στο νερό και εκτιμάται ότι αυτό το κάνει για να εξοικονομεί ενέργεια κατά τη διάρκεια των μακρινών μεταναστεύσεων.
Το θηλυκό ωριμάζει σε δύο διαφορετικές κλίμακες μεγέθους, με μήκος μανδύα 23-27 cm και 38-45 cm.
 

Η αναπαραγωγή γίνεται καθ 'όλη τη διάρκεια του έτους η δε ωοτοκία είναι υψηλή με αρκετά εκατομμύρια αυγά να τοποθετούνται στο ζελατινώδες φυσίγγιο που στο είδος αυτό έχει θετική πλευστότητα για να επιπλέει πάνω ή να είναι κοντά στην επιφάνεια.
Το είδος αυτό αναπτύσσεται πολύ γρήγορα και τα μικρά φτάνουν σε μήκος 10 εκατοστών μέσα σε εκατό ημέρες. Τα μικρά τρέφονται με καρκινοειδή και τα ενήλικα με πελαγικά ψάρια.
 

Παρουσιάζει και αυτό κατακόρυφη μετανάστευση. Τη νύχτα ανεβαίνει σε επιφανειακά νερά για να τραφεί και την ημέρα πάει σε βαθιά νερά.
Το προσδόκιμο ζωής των θηλυκών είναι περίπου ένα έτος ενώ τα αρσενικά ζουν για ένα ή δύο μήνες λιγότερο από αυτό.
 

Αλιεία του: Το είδος αυτό δεν αλιεύεται συστηματικά για εμπορικούς λόγους παρά μόνο στην περιοχή της Πορτογαλίας-Καναρίων νησιών και Αζόρων
 

19. Todarodes sagittatus, European flying squid, Θράψαλλο βυθού ή πελαγικό θράψαλλο (σχήμα 21)
Πρόκειται για ένα ωκεάνιο, νηριτικό είδος που υπάρχει σε μεγάλη κλίμακα στις ελληνικές θάλασσες και μοιάζει με το κοινό καλαμάρι από το οποίο διακρίνεται εύκολα από το τριγωνικό του πτερύγιο, που είναι μικρό και δεν ξεπερνά το μισό του μήκους του σώματος του.
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Το σώμα του είναι μυώδες, μακρόστενο, μεγαλύτερο του καλαμαριού, και δεν έχει εσωτερικό όστρακο. Το μήκος του είναι συνήθως 30 εκατοστά αλλά στη Μεσόγειο τα θράψαλα είναι λίγο μικρότερα με μήκος 20 με 25cm.
Το μέγιστο μήκος είναι 40cm για τα θηλυκά και 32cm για τα αρσενικά ενώ το μέγιστο βάρος είναι 880 g για τα θηλυκά και 610 g για τα αρσενικά. Στον Ατλαντικό είναι σε εμφανώς μεγαλύτερα μεγέθη και μπορεί να φτάσει το ένα μέτρο μήκος και τα 15 κιλά βάρος.
 

Ο μανδύας του έχει χρώμα σκούρο καφέ-κόκκινο, είναι κυλινδρικός, μακρύς, με χρωστικά κύτταρα και μικρά τριγωνικά πτερύγια πιο σκούρας απόχρωσης και μήκους ίσου με τα 1/4 του μήκους του μανδύα. Είναι δηλ πιο μικρά και τριγωνικά από αυτά του καλαμαριού, βρίσκονται πίσω σε πλευροραχιαία θέση και σχηματίζουν μαζί ένα ρόμβο.
Οι περιστοματικοί του βραχίονες είναι σχετικά κοντοί (συγκρινόμενοι με αυτούς του Illex και του Todaropsis), όχι ανασταλτοί και εφοδιασμένοι με δύο σειρές βεντούζες, οι χιτινώδεις δακτύλιοι των οποίων έχουν 7-9 δόντια στο μισό της περιμέτρου τους, µε μεγαλύτερο το μεσαίο δόντι. Το 4ο δεξιό πλοκάμι έχει τροποποιηθεί σε εκτοκοτύλη και έχει μικρότερες βεντούζες.
 

Οι συλληπτήριοι βραχίονες είναι και αυτοί σχετικά κοντοί, έχουν περίπου μήκος ίσο µε το μήκος του μανδύα, και καταλήγουν σε ένα μακρύ ροπαλοειδές άκρο. Έχουν βεντούζες σε όλο το μήκος τους στο δε κατώτερο τμήμα υπάρχουν 4 σειρές. Οι 2 εσωτερικές σειρές βεντουζών στο μετακάρπιο, έχουν μεγαλύτερη διάμετρο και χιτινώδεις δακτυλίους, µε 15-20 αιχμηρά δόντια αραιά τοποθετημένα σε όλη την περίμετρο τους.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Το είδος αυτό χαρακτηρίζεται ως ημι-βενθικό και υπάρχει σε όλη τη Μεσόγειο και στον Ατλαντικό ωκεανό.
 

Προτιμούν τους λασπώδεις βυθούς και τα όρια αμμώδη ή λασπώδη βυθού με φυκιάδα (εκεί δηλ. που είναι άσπρος-μαύρος ο βυθός) και τα περισσότερα ζουν σε βάθος μεταξύ 30 με 400 μέτρα. Μπορεί όμως να τα βρούμε και από μερικά μέτρα μέχρι και σε 1000μ βάθος.
 

Έχουν και αυτά καθημερινή κατακόρυφη μετακίνηση ήτοι την ημέρα βρίσκονται κοντά στον πυθμένα και τη νύχτα ανεβαίνουν προς την επιφάνεια για να φάνε. Επίσης έχουν παρατηρηθεί και εποχικές μεταναστεύσεις. Στη Μεσόγειο Θάλασσα, μεταναστεύουν σε ρηχά νερά την άνοιξη και το καλοκαίρι για να αναπαραχθεί και να μεγαλώσουν τα μικρά.
Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
 

Τα αρσενικά είναι ώριμα μετά τα 22cm μήκος μανδύα και τα θηλυκά μετά τα 36cm.
Η αναπαραγωγή πιθανότατα συμβαίνει όλο το χρόνο με έξαρση την άνοιξη και το καλοκαίρι. Στις θάλασσες μας τον Απρίλιο μπαίνουν ακόμα και σε λιμάνια για να γεννήσουν μέσα σε τρύπες και εκεί του στήνουν καρτέρι οι ψαράδες, με καμάκι, θραψαλιέρα ή σαλαγγιά, για να τα πιάσουν.
 

Τα ώριμα θηλυκά γεννούν από 50.000 μέχρι 200.000 αυγά σε ζελατινώδεις μάζες.
Τρέφεται με μικρά ψάρια, κεφαλόποδα και μαλακόστρακα και ζει στο ανοιχτό πέλαγος, μακριά από τις ακτές και συνήθως σε βάθη μεγαλύτερα από τα 100μ.
Η διάρκεια ζωής κυμαίνεται 12 ως 24 μήνες και αποτελούν μια εξαίσια τροφή άλλων ψαριών και κυρίως φαλαινών.
 

Αλιεία του: Το κρέας του δεν είναι τόσο νόστιμο όσο του κοινού καλαμαριού γιαυτό και η εμπορική του αξία είναι κατά πολύ μικρότερη.
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία δεν ξεχωρίζει το κοινό καλαμάρι από το θράψαλλο και τα θεωρεί και τα 2 καλαμάρια. Είναι συνεπώς ένα είδος με μεγάλη εμπορική αξία και γιαυτό ψαρεύεται συστηματικά τόσο με τις τράτες από τους επαγγελματίες όσο και με την θραψαλιέρα, ή καλαμαριέρα από τους ερασιτέχνες.
 

20. Todaropsis eblanae, Oceanic Squid και lesser flying squid, βραχύουρο θράψαλλο ή καλαμάρι φυσητήρας. (σχήμα 22)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Είναι ένα σχετικά μικρό καλαμάρι μήκους 13-22 cm, με μικρά πτερύγια και ένα μεγάλο και φαρδύ κεφάλι. Το μέγιστο μήκος μανδύα είναι 16 cm για τα αρσενικά και 27 cm για τα θηλυκά με μέγιστο βάρος 125 g για τα θηλυκά και 134 g για τα αρσενικά
Ο μανδύας του έχει χρώμα καφεπορτοκαλί και είναι πιο κοντόχοντρος απ’ ότι στο είδος Illex coindetii.
 

Τα πτερύγια του είναι χαρακτηριστικού ρομβοειδούς σχήματος με μεγαλύτερο πλάτος απ’ ότι το μήκος, με στρογγυλεμένες γωνίες και με εμπρόσθια όψη πιο μικρή και κυρτή από την οπίσθια. Το μήκος των πτερυγίων είναι 40% του μήκους του μανδύα και το πλάτος τους 80 ως 85%
 

Το κεφάλι του είναι πολύ μεγάλο και υπάρχουν 4 αυχενικές πτυχές.
 

Οι περιστοµατικοί βραχίονες είναι πολύ μεγάλοι, μεγαλύτεροι από το διπλάσιο του μήκους του κεφαλιού, φέρουν 2 σειρές βεντουζών, οι χιτινώδεις δακτύλιοι των οποίων έχουν 9-11 δόντια στο μισό της περιμέτρου τους, µε λίγο μεγαλύτερο το μεσαίο δόντι. Οι βραχίονες II και III είναι πιο μακριοί από το μανδύα. Οι δύο κοιλιακοί (ΙV) βραχίονες έχουν χαρακτηριστική «οδόντωση» κοντά στη βάση τους και στα αρσενικά υπάρχει τροποποίηση του 4ου αριστερού βραχίονα σε εκτοκοτύλη όπου οι βεντούζες έχουν αντικατασταθεί από σαρκώδεις θηλές.
 

Οι συλληπτήριοι βραχίονες είναι λεπτοί. Το ακραίο τμήμα των συλληπτήριων βραχιόνων έχει 4 διαμήκεις σειρές βεντουζών και στο κεντρικό τμήμα 6 εγκάρσιες σειρές από 4 βεντούζες, εκ των οποίων οι δύο μεσαίες είναι 4 φορές μεγαλύτερες από τις δύο πλευρικές. Στο δάκτυλο οι βεντούζες είναι πολύ μικρές ενώ αισθητά μεγαλύτερες είναι στις 2 εσωτερικές σειρές του μετακαρπίου. Οι χιτινώδεις δακτύλιοι των βεντουζών φέρουν περίπου 30 αιχμηρά δόντια σε όλη την περίμετρο τους.
 

Υπάρχει φυλετικός διμορφισμός αλλά είναι λιγότερο εμφανής απ’ ότι στο είδος Illex coindetii. Τα θηλυκά είναι πιο μεγάλα με μέγιστο μήκος μανδύα τα 21 cm ενώ στα αρσενικά είναι το πολύ μέχρι 16 cm.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Είναι κοσμοπολίτικο είδος που ζει σε όλη τη Μεσόγειο Θάλασσα, στον ανατολικό Ατλαντικό, στον Ινδικό Ωκεανό, στον Ειρηνικό και στις ανατολικές ακτές της Αυστραλίας. Στον Ατλαντικό, είναι σε νερά με βάθος μεταξύ 20 και 700 μέτρων, συνήθως όμως σε βάθη μικρότερα των 200 μέτρων ενώ στη Βόρεια Θάλασσα και στην Αυστραλία είναι μεταξύ 200 και 800 μ. Στη Μεσόγειο και στις θάλασσες μας το βρίσκουμε σε βάθη από 5 μέχρι 800μ.
Το καλαμάρι αυτό είναι ένα βενθοπελαγικό είδος που προτιμά λασπώδεις και αμμώδης βυθούς και το βρίσκουμε στην άνω πλαγιά της υφαλοκρηπίδας ανάμεσα στα 100 και τα 500 m βάθος, αλλά κυρίως ανάμεσα στα 250 και τα 450 m. Σπάνια βρίσκεται σε ανοικτά νερά
 

Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
Το Todaropsis eblanae γενικά ζευγαρώνει και αναπαράγεται στους καλοκαιρινούς και πρώτους μήνες του φθινοπώρου, δηλαδή από τον Ιούνιο έως τον Νοέμβριο η δε εκκόλαψη των αυγών γίνεται από τα τέλη του φθινοπώρου μέχρι την αρχή της άνοιξης, δηλαδή από τον Οκτώβριο έως τον Μάρτιο. Έτσι το πρώτο εξάμηνο του έτους, έχουμε τα νέα καλαμαράκια.
 

Έχουν αυξημένη περίοδο ωοτοκίας που στον Ατλαντικό και στη Μεσόγειο Θάλασσα εμφανίζεται από τον Μάρτιο έως τον Νοέμβριο με έξαρση της ωοτοκίας από Μάρτιο μέχρι Απρίλιο και κάνουν περίπου 10.000 αυγά.
 

Η διάρκεια ζωής τους κυμαίνεται από 12 ως 24 μήνες
 

Αλιεία του: Αυτό το καλαμάρι αν και είναι ένα από τα πιο άφθονα κεφαλόποδα, συνήθως αλιεύεται ως παρεμπίπτουσα αλιεία από τις μηχανότρατες που αλιεύουν άλλα είδη λόγω της εξαιρετικά ακανόνιστης και ασυνεχούς αφθονίας του στις περιοχές στις οποίες ζει.
Έχει μεγάλο εμπορικό ενδιαφέρον και ψαρεύεται συστηματικά στα νερά τής βόρειας Ευρώπης, της Νότιας Αφρικής και της Μεσογείου ενώ σε αρκετές χώρες, αλιεύεται για να χρησιμοποιηθεί για δόλωμα.
 

Ζ. Οικογένεια Onychoteuthidae:
Τα είδη της οικογένειας Onychoteuthidae συναντώνται στο ανοιχτό πέλαγος. Κύριο χαρακτηριστικό τους είναι οι συσταλτοί συλληπτήριοι βραχίονες που έχουν στην άκρη τους 2 σειρές άγκιστρα και ένα κυκλικό σύστημα με βεντούζες και ρόζους ώστε να επιτρέπουν το «κούμπωμα » των συλληπτήριων βραχιόνων.
Στα Ελληνικά νερά έχουμε δυο είδη που ανήκουν σε δύο διαφορετικά γένη. Το Onychoteuthis banksi το οποίο έχει 2 στρογγυλές φωτοφόρες εσωτερικά κατά μήκος του πεπτικού σωλήνα και στο οποίο η ράχη του εσωτερικού οστράκου είναι ορατή σε όλο το μήκος της ραχιαίας επιφάνειας του μανδύα και το Ancistroteuthis lichtensteini που δεν έχει φωτοφόρες εσωτερικά και το εσωτερικό του όστρακο είναι ορατό μόνο στα ενήλικα άτομα.
 

21. Ancistroteuthis lichtensteinii, Angel clubhook squid και Angel squid, Καλαμάρι άγγελος. (σχήμα 23)
 

Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Το είδος αυτό είναι πολύ παρόμοιο με το είδος του Onychoteuthis αλλά διακρίνεται ευκολότερα από την απουσία ορατού ζελατινώδους κόκαλου κάτω από το δέρμα και κατά μήκος της μέσης ραχιαίας γραμμής και την απουσία φωτοφόρων. Έχει με 8-10 πτυχές δέρματος στη βάση κάθε συλληπτήριου βραχίονα, οι οποίοι παρεμπιπτόντως δεν έχουν βεντούζες εκτός από το τελευταίο τους τμήμα.
 

Ο μανδύας είναι επιμήκης και οξύληκτος µε καφέ-πορτοκαλί χρώμα, όπως στο θράψαλο Illex coindetii τα δε πτερύγια του είναι μυώδη και οξύληκτα.
Οι περιστοματικοί βραχίονες έχουν μήκος ίσο με τα 3/4 του μήκους του μανδύα με το μήκος του δεύτερου ζεύγος να είναι μεγαλύτερο και οι ραχιαίοι βραχίονες (Ι) να είναι μικρότεροι.
 

Στο άκρο των συλληπτήριων βραχιόνων υπάρχουν μέχρι 28 μεγάλα άγκιστρα σε 2 σειρές και δεν υπάρχουν βεντούζες στο μετακάρπιο. Ο καρπός των συλληπτήριων βραχιόνων έχει ελλειπτικά τοποθετημένα 8-12 βεντούζες και ισάριθμους ρόζους.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Αυτό το πελαγικό είδος εμφανίζεται σε ανοιχτές θάλασσες με τροπικά έως θερμά νερά της Μεσογείου θαλάσσης, κυρίως στη δυτική, του υποτροπικού και του τροπικού Ατλαντικού Ωκεανού.
 

Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
Στη Μεσόγειο Θάλασσα τα καλαμάρια αυτά ωριμάζουν όταν φτάσουν σε μέγεθος μανδύα περίπου 20 εκ. ενώ το μέγιστο μήκος του μπορεί να φτάσει τα 30 εκ
Την άνοιξη και το καλοκαίρι, εμφανίζεται πάνω από βυθούς με βότσαλο και η ωοτοκία γίνεται το καλοκαίρι.
 

Τρέφεται με μεσοπελαγικά ψάρια και πελαγικά καρκινοειδή-οστρακόδερμα, ενώ αποτελεί τροφή των θαλάσσιων θηλαστικών και των πελαγικών ψαριών
Αλιεία του: Μερικές φορές συλλαμβάνεται ως παρεμπίπτουσα αλιεία από τις τράτες αλλά δεν αποτελεί στοχευόμενο είδος αφού συν τοις άλλοις είναι και είδος που κινδυνεύει να εξαφανιστεί.
 

22. Onychoteuthis banksii, Common clubhook squid, Βορινό καλαμάρι. (σχήμα 24)
Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
 

Τα ενήλικα έχουν ένα οξύληκτο, χρώματος καφέ, λεπτό αλλά μυώδη, κυλινδρικό μανδύα το μήκος του οποίου είναι 5-6 φορές του πλάτους του.
 

Συνήθως το μήκος του είναι 10-15 εκατοστά αλλά μπορεί να φτάσει μέχρι και 2 μέτρα.
Στη πίσω πλευρά τα επίσης οξύληκτα μυώδη πτερύγια σχηματίζουν ένα τραπέζιο με μικρά αυτιά μπροστά το μήκος των οποίων είναι 50-80% του μήκους του μανδύα.
Το κεφάλι είναι πλατύτερο από το άνοιγμα του μανδύα και ο λαιμός του έχει 9-10 ζευγάρια πτυχών. Το στόμα τους συνδέεται με μεμβράνη με τα άκρα των κοιλιακών βραχιόνων IV. Δεν έχουν εκτοκοτύλη και οι βραχίονες του είναι δυνατοί με 2 σειρές βεντουζών των οποίων τα μυώδη και σκληρά δαχτυλίδια δεν έχουν δόντια. Οι συλληπτήριου του βραχίονες έχουν 19-23 μεγάλα και ισχυρά άγκιστρα σε 2 σειρές, χωρίς εξωτερικές σειρές βεντουζών στο μετακάρπιο. Στον καρπό έχουν κυκλικά τοποθετημένες 6-10 βεντούζες και ισάριθμα σαρκώδη εξογκώματα ώστε να επιτρέπουν την ένωση των καρπών.
Στα σπλάχνα του υπάρχουν δύο μεγάλες σφαιρικές φωτοφόρες κατά μήκος του πεπτικού σωλήνα, όπως επίσης και στη περιοχή των ματιών.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Είναι κοινά ωκεάνια καλαμάρια που ζουν κοντά στο βυθό κατά μήκος της υφαλοκρηπίδας ή και στο υφαλοπρανές. Το βρίσκουμε στον Ατλαντικό, Ειρηνικό, Ινδικό Ωκεανό και στη Μεσόγειο θάλασσα.
Αλιεία του: Το είδος αυτό δεν αλιεύεται συστηματικά παρά μόνο στις βόρειες χώρες.
 

23. Thysanoteuthis rhombus, diamond squid, Ρομβοκαλάμαρο. (σχήμα 25)
Περιγραφή, χαρακτηριστικά, εμφάνιση:
Είναι ένα μεγάλο και μυώδες καλαμάρι με μέσο όρο βάρους τα 20 κιλά. Ο μανδύας του μπορεί να φτάσει μήκος το ένα μέτρο και το μέγιστο βάρος τα 30 kg.
Πήρε το όνομα του από τα μεγάλα, ημιδιαφανή, τριγωνικά του πτερύγια που καλύπτουν όλο τον μανδύα και σχηματίζουν ένα ρόμβο με ίσιες αποστάσεις μήκους – πλάτους.
Έχει σχετικά μικρούς περιστοματικούς βραχίονες με δύο σειρές μικρών και πυκνά διαταγμένων βεντουζών οι χιτινώδεις δακτύλιοι των οποίων φέρουν αιχμηρά δόντια σε όλη την περίμετρο τους. Οι βραχίονες του ζεύγους ΙΙΙ έχουν αισθητά μεγαλύτερο μήκος και φέρουν μια μεγάλη μεμβράνη.
 

Οι συλληπτήριοι βραχίονες είναι λεπτοί, µε 4 σειρές βεντουζών στο ακραίο τμήμα τους και 2 σειρές σε διάταξη ζιγκ-ζάγκ μέχρι το µέσο του μίσχου.
Δεν έχει φωτοφόρες.
 

Γεωγραφική εξάπλωση-βιότοπος:
Είναι ένα ωκεάνιο είδος που εμφανίζεται σε όλο τον κόσμο (κοσμοπολίτικο) και ζει σε τροπικά έως υποτροπικά νερά αλλά και εύκρατες περιοχές όπου υπάρχουν ρεύματα με θερμά νερά (π.χ. ρεύμα Tsushima, στην Ιαπωνία και Golf stream στον Ατλαντικό). Το συναντάμε στον Ατλαντικό, Ειρηνικό, Ινδικό ωκεανό, τη Μεσόγειο και τη Μαύρη θάλασσα.
Βιολογία, αναπαραγωγή -διάρκεια ζωής:
 

Παρουσιάζει ημερήσια κατακόρυφη μετανάστευση. Τη νύχτα βρίσκεται στα επιφανειακά νερά ενώ την ημέρα κατεβαίνει σε βάθη μέσων υδάτων (μεσόνερα), ωστόσο, η κατακόρυφη κατανομή βάθους μπορεί να διαφέρει από περιοχή σε περιοχή. Για παράδειγμα, τα δείγματα Okinawa εμφανίζονται μεταξύ 300 και 650 μ την ημέρα και 0-150 μέτρα τη νύχτα, ενώ στη Θάλασσα της Ιαπωνίας παρατηρείται μεταξύ 75-100 μ την ημέρα και 0-50 μ τη νύχτα.
 

Είναι δεινός και καλός κολυμβητής και πολλές φορές πετά έξω από τη θάλασσα και προσνηώνεται ακούσια πάνω στα καταστρώματα των πλοίων. Το είδος αυτό έχει παρατηρηθεί πως ταξιδεύει σε ζευγάρια πράγμα ασυνήθιστα για τα κεφαλόποδα.
Η ωοτοκία εμφανίζεται καθ 'όλη τη διάρκεια του έτους σε τροπικά νερά με κορύφωση τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο.
 

Αυτό το είδος χαρακτηρίζεται από τις συχνά παρατηρούμενες μεγάλες και ελεύθερα επιπλέουσες κάτω ή στην επιφάνεια του ωκεανού, ζελατινοειδείς κυλινδρικές μάζες αυγών. Κάθε μάζα αυγών περιέχει 24.100 έως 43.800 αυγά και μοιάζει με λουκάνικα το μήκος της οποίας μπορεί να φτάσει και τα 2 μέτρα με πλάτος 20 εκατοστά. Αποτελεί δε τη μεγαλύτερη μάζα αυγών που κάνει οποιοδήποτε άλλο καλαμάρι.
Η εμβρυϊκή ανάπτυξη από την πρώιμη διαφοροποίηση έως την εκκόλαψη διαρκεί 2 - 3 μέρες στους 28° C, τα δε έμβρυα κοντά στην επώαση έχουν μεγάλους αριθμούς χρωματοφόρων που όταν μεγαλώσουν χάνονται.
Ο κύκλος ζωής τους διαρκεί περί τα 2 έτη.
 

Αλιεία του: Το είδος αλιεύεται συστηματικά στις θάλασσες της Ιαπωνίας και της Οκινάουα όπου σε ορισμένες περιόδους του έτους είναι ένα είδος με μεγάλη εμπορική αξία και αντιστοιχεί στο 90% των ετήσιων αλιευμάτων της Ιαπωνίας.
Συνήθως αλιεύεται με δίχτυα κατά τη διάρκεια της ημέρας από τον Ιούλιο έως τον Απρίλιο.

 

Powered by Blog - Widget
Τα cookies είναι σημαντικά για την εύρυθμη λειτουργία του psarema-skafos.gr και για την βελτίωση της online εμπειρία σας.
Επιλέξτε «Αποδοχή» ή «Ρυθμίσεις» για να ορίσετε τις επιλογές σας.