Κείμενο - φωτογραφίες : Δημήτρης Καραγεωργίου
Κάπου εκεί, στο γύρισμα του μήνα προς τον Αύγουστο, πήραμε τη ρότα επιστροφής προς τη Λέρο. Ο καιρός ήταν κάποια τέσσερα, γεμάτα στους κάβους, κλεμμένα στα ανοιχτά. Ταξιδεύαμε στος 24 με 26 κόμβους, με κατανάλωση 1,9 ως 1,95 λίτρα/μίλι. Και για τις δύο μηχανές, βέβαια. Τριμελές το πλήρωμα τώρα στην επιστροφή, με την κοράκλα μου μαζί και τι να λέμε …
Και για να μη της μείνει η απορία, τρυπώσαμε πάλι σε εκείνο το φιλόξενο λιμανάκι την Κάλυμνο, για μια τελευταία δόση από ντολμαδάκια. Για να δούμε βρε αδελφέ τους ανθρώπους και να πάρουμε μια γεύση ακόμα. Ε, λοιπόν. Ίδια και καλύτερη.
Την επομένη, μετά το πρωινό και τον καφέ, βάλαμε ρότα για το Λακκί. Ακόμα πιο πεσμένος ο καιρός. Σχεδόν μία ώρα μετά, δέναμε δίπλα στη γνωστή γλίστρα.
Η διαδικασία, προβλεπόταν αντίστροφη της αρχικής. Μόνο που άλλαξε στα … σημεία. Η τελευταία επισκόπηση της γάστρας μου, φανέρωσε αρκετή ‘πρασινίλα’. Ως ένα σημείο φυσιολογικό, παρ’ ότι είχε περαστεί με κάποιο από αυτά τα ‘θαυματουργά’ υγρά. Η ιδέα και μόνο ότι θα επέστρεφα έτσι, δεν μου άρεσε καθόλου. Άλλως τε, όταν θα είχε στεγνώσει, θα ήταν πολύ περισσότερο δύσκολο να καθαριστεί. Στην αναζήτηση λύσης, οι καλοί μου φίλοι συνέστησαν να αποταθώ στον Κώστα Κοντογεωργάκη. Παλιό μέλος στο Λεριακό, με εμφανίσεις και σε αγωνιστικές εκδηλώσεις εκτός των άλλων, που διατηρεί ίσως το μεγαλύτερο πρατήριο υγρών καυσίμων, στο Λακκί, με υποδομή, οργάνωση και τεχνογνωσία marine service.
Και ιδού η συνέχεια. Έπειτα από συνεννόηση μαζί του, κατέβηκε ο ίδιος με ένα Pajero, μαζί με βοηθό στη γλίστρα, όπου με συνοπτικές διαδικασίας το φουσκωτό ανέβηκε στο τρέιλερ και οδηγήθηκε στις εγκαταστάσεις του. Το πάρκαραν στο χώρο του πλυντηρίου και μου παραχώρησαν την πλυστική συσκευή για όσο την χρειαζόμουν. Μάλιστα, επέμενε αν βάλει κάποιον από το προσωπικό του για αυτό, αλλά το θεώρησα υπερβολικό. Η τέντα από πάνω μας, εξασφάλιζε σκιά για την επομένη το πρωί. Και όταν τελείωσα, μου πρόσφερε ίσως την καλύτερη χειροποίητη λεμονάδα που έχω πιεί. Εκεί διανυκτερεύσαμε, μέχρι την επομένη,. Όπου το γνωστό φορτηγάκι πήρα το φουσκωτό στο λιμάνι. Και το κερασάκι. Όταν ζήτησα το αντίτιμο για όλα αυτά, μου θύμωσε κιόλας. Ακούς εκεί …
Και να που εμφανίστηκε ο … γνωστός ύποπτος, ο καλός μου φίλος Αντώνης Νικολάου με τη σύζυγό του Σέβη. Μια μικρή … απαγωγή και καφεδάκι σε beach bar της – εξαιρετικής - επιλογής τους, στο δρόμο για το πολεμικό μουσείο.
Η επιστροφή μας, έγινε με το ίδιο καράβι, Superfast XII. Με άλλη βάρδια όμως. Κατά την είσοδο του φουσκωτού στο πλοίο, μέλος του πληρώματος – βαθμοφόρος, με ρώτησε πόσο είναι το πλάτος του. Απάντησα με μια απόκλιση πέντε εκατοστών, πάνω – κάτω. ‘ Καλά, δεν ξέρετε πόσο φαρδύ είναι το σκάφος σας …’ τον άκουσα να με παρατηρεί. Τι να του πως τώρα … Και χωρίς άλλη κουβέντα, έδωσε εντολή στον οδηγό, να πάρει το φουσκωτό στο πάνω γκαράζ. Αποτέλεσμα, να συρθεί το πίσω μέρος από το δεξί μπαλόνι, πάνω στην μεταλλική κουπαστή της ράμπας. Αρκούσε όπως καταλαβαίνετε ένα γρέζι, για να το ξυραφιάσει. Ανέβηκα και το είδα. Τα σημάδια ήταν εμφανή. Όσο για την πληρότητα, δεν ξεπέρασε το 60% στο ταξίδι.
Δεν ξέρω αν αυτό που έκανα ήταν το καλύτερο. Νοιώθοντας έντονο θυμό και εκνευρισμό, προτίμησα να ανέβω στο σαλόνι και να πιώ ένα καφέ. Δεν ξαναμίλησα για το περιστατικό όσο διήρκεσε το ταξίδι. Έδωσα τόπο στην οργή, αλλά και μια υπόσχεση. Πως επόμενη φορά για κάτι τέτοιο, απλά δεν θα υπάρξει.
Την μετακίνηση του φουσκωτού μου με το πλοίο, πριν από κάποια χρόνια, σχεδόν την χλεύαζα. Όμως από τότε, έχουν αλλάξει πολλά. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην κρίση που τα έχει αναποδογυρίσει όλα. Εννοώ πως η επιλογή μας έχει να κάνει με καλύτερο ποσοστό διασκέδασης και όχι ταλαιπωρίας. Αν επιλέγαμε να ταξιδέψουμε μέχρι τη Λέρο, θα έπρεπε να διανύσουμε 300+ μίλια. Δηλαδή, 600+ λίτρα καύσιμα, 900+ ευρώ. Το κόστος μεταφοράς με το πλοίο, ήταν 315 ευρώ για το φουσκωτό και 60 ευρώ τα εισιτήρια για εμάς ανά διαδρομή. Η οικονομική διαφορά δεν είναι μεγάλη, αλλά κατά την άποψη μου, το μείζον κέρδος, είναι πως περάσαμε δύο φορές το Αιγαίο ατσαλάκωτοι, κερδίζοντας επίσης κάποιες ώρες στα ωρόμετρα και μεταθέτοντας τα όρια για τα service των κινητήρων για αργότερα.
Επιστρέφοντας στον Πειραιά νωρίς το πρωί, βρήκα τον Μύρωνα να με περιμένει με το Jeep. Κοτσάραμε το φουσκωτό και πήραμε τον ανήφορο για το ναυπηγείο του Νέγκρη. Τον Μύρωνα, τον γύρισε στην Ανάβυσσο ο Γιάννης μου, που ήλθε να μας βρει. Σκοπός, ήταν ο καθαρισμός και το φρεσκάρισμα του φουσκωτού, για τη νέα εξόρμηση, προς Ιόνιο μεριά. Οδικά μέχρι τον Μύτικα Αιτωλοακαρνανίας και κατόπιν Ζάκυνθο, όπου μας περίμεναν φίλοι και πέριξ. Μέχρι και σε γάμο πήγαμε …