Κείμενο - φωτογραφίες : Δημήτρης Καραγεωργίου
Πάνε 36 χρόνια από εκείνο το ζεστό μαγιάτικο πρωινό στα Χανιά της Κρήτης. Τελευταία εκδρομή του έτους για τις μαθήτριες του Γυμνασίου Σπήλιου, με συνθήκες ιδανικές για βαρκάδα στα ήρεμα νερά του Κόλπου.
Στην Γεωργιούπολη, κοντά στα Χανιά, βρισκόταν δεμένο ένα καΐκι, οι " Δύο Γιώργηδες ", που δεν χωρούσε καλά καλά ούτε δέκα άτομα και δεν είχε καν άδεια μεταφοράς ατόμων. Παρόλα αυτά, μαζί με τους δύο βαρκάρηδες, επιβιβάστηκαν είκοσι εφτά κορίτσια των δεκατριών ως δεκαπέντε χρόνων. Δεν απομακρύνθηκαν ούτε ογδόντα μέτρα από την ακτή, όταν δέχθηκαν ένα μικρό κύμα από την αριστερή πλευρά. Το καΐκι έγειρε προς τα δεξιά και βαρυφορτωμένο όπως ήταν πήρε νερά. Τα κορίτσια, μετακινήθηκαν προς την αντίθετη πλευρά για να γλιτώσουν το βρέξιμο. Όμως, η μετακίνηση αυτή αποδείχθηκε μοιραία. Το καΐκι μπατάρισε και οι μαθήτριες βρέθηκαν στη θάλασσα. Κολύμπι ήξεραν λίγες από αυτές, αλλά μπερδεύτηκαν οι περισσότερες στα δίχτυα του καϊκιού, που με την ανατροπή έπεσαν πάνω τους. Ο απολογισμός ήταν τραγικός. 21 κορίτσια πνίγηκαν, πιασμένα στα δίχτυα σαν τα ψάρια.
Τον Αύγουστο του ‘80, ο πενηντάχρονος ο Φώτης Καρασαββίδης, έκανε μπάνιο στο Καβούρι Αττικής μαζί με την οικογένεια του. Είχε ξανοιχτεί με το γιο του περίπου σαράντα μέτρα από την ακτή, όταν είδε δύο σκάφη να έρχονται με μεγάλη ταχύτητα κατά πάνω τους. Έβαλε τις φωνές κι έκανε χειρονομίες, για να τον δουν οι κυβερνήτες των σκαφών. Κάποια στιγμή και ενώ είχαν πλησιάσει αρκετά, ο ένας πράγματι τον είδε και κάτι φώναξε στον δεύτερο. Όμως ήταν αργά. Το δεύτερο σκάφος τον χτύπησε ακρωτηριάζοντας τον από τον μηρό. Πέθανε λίγο αργότερα από ακατάσχετη αιμορραγία στα χέρια του γιου του.
Την ίδια χρονιά, καλοκαίρι του ’80, στα λιμανάκια της Βουλιαγμένης. Η 23άχρονη Δέσποινα Φοινικοπούλου και η 20άχρονη αδελφή της Ζωή Τσανακάκη, μπήκαν μαζί με δύο άνδρες και την πεντάχρονη κόρη της πρώτης, σε μικρό φουσκωτό εφοδιασμένο με εξωλέμβιο, για μία μικρή βόλτα, παρά τον άστατο καιρό. Πεντακόσια περίπου μέτρα από την ακτή, αποφάσισαν να γυρίσουν, βλέποντας πως ο καιρός χειροτέρευε. Έκαναν γι αυτό στροφή, όμως πάνω στη μανούβρα κάποιος σηκώθηκε όρθιος κι αυτό απέβη μοιραίο. Το φορτίο μετατοπίστηκε και το μικρό φουσκωτό αναποδογύρισε. Ο ένας άνδρας έβγαλε έξω τη μικρή, ελπίζοντας πως οι δύο γυναίκες θα κατάφερναν να σωθούν κρατημένες από το φουσκωτό. Όταν όμως γύρισε πίσω, δεν βρέθηκε ίχνος από αυτές.
Ας πάμε και λίγο πιο πέρα στο Μύτικα Αιτωλοακαρνανίας, καλοκαίρι του ‘82. Δύο φίλοι σε ένα μικρό πλαστικό σκάφος με εξωλέμβια, αποφασίζουν να κάνουν θαλάσσιο σκι. Η μηχανή είχε ένα μικρό πρόβλημα στο χειριστήριο με την διπλή μανέτα, που λίγο πριν είχε επισκευάσει ο ιδιοκτήτης του σκάφους και ένας από τους δύο φίλους. Ο δεύτερος, ήταν αδαής και το μόνο που ήξερε, ήταν οι οδηγίες που πήρε από το φίλο του λίγα λεπτά πριν. Κάθισε στο τιμόνι και περίμενε ο φίλος του να φορέσει τα πέδιλα του σκι λίγα μέτρα πίσω από το μικρό σκάφος. Όταν ο φίλος του ετοιμάστηκε κόμπλαρε την πρόσω με τη μία μανέτα και άνοιξε το γκάζι με την άλλη. Το σκάφος τινάχτηκε προς τα πίσω. Ο ίδιος που την είχε επισκευαστεί, είχε κάνει λάθος στη συναρμολόγηση του χειριστηρίου, με το ολέθριο αποτέλεσμα.
Πολλά και τραγικά, μέσα σε λίγες γραμμές. Περασμένα ναι, ξεχασμένα όχι. Τίποτε από αυτά, που θα τα θυμούνται ασφαλώς ελάχιστοι, δεν θα είχε κοστίσει σε ανθρώπινες ζωές, αν κάποιοι ήταν λίγο περισσότερο προσεκτικοί. Γιατί όπως έχει αποδειχθεί, πολλές φορές δυστυχώς, η διασκέδαση από την οδύνη, απέχει τόσο λίγο, που σχεδόν δεν ξεχωρίζει …
Κέιμενο - φωτογραφία : Δημήτρης Καραγεωργίου
Καλοκαίρι του '91 βρέθηκα στην Αμοργό, με το φίλο μου τον Ντέ-νι, για ψάρεμα και βόλτα. Τα του ταξιδιού δεν έχουν θέση εδώ, γι' αυτό περνάμε στη δεύτερη μέρα της παραμονής μας.
Ευχαριστημένοι από τη μέχρι τώρα συ-γκομιδή , αποφασίσαμε να κάνουμε μια j§ βουτιά στη Γραμβούσα, 7-8 μίλια Ν-Ν.Δ. του λιμανιού των Καταπόλων. Υπολογίζαμε να ήμαστε πίσω μόλις σκοτείνιαζε, καλεσμένοι σε τραπέζι από κάποιο φίλο, Ο καιρός ήταν πεντά-ρης βοριάς, που ξεθύμαινε το βράδυ. Βρεθήκαμε λοιπόν στο νησάκι και ασφαλίσαμε το φουσκωτό σε μια μικρή αγκαλιά.
Πέσαμε επιτόπου στο νερό. Κάτω από τα πόδια μας, η κεφάλα ενός καλού σκάρου ξεπρόβαλε από μια τρύπα. Οπλίσαμε και ο Ντένις βούτηξε για να τον πάρει. Το ψάρι καθόταν ακίνητο. Το βάθος ήταν δεν ήταν 5 μέτρα. Είδα το φίλο μου να σημαδεύει το ψάρι και μετά να γυρίζει και να με κοιτάζει. Ήξερε πως είχα ιδιαίτερη συμπάθεια στο είδος, ως Δωδεκανήσιος, και σκέφτηκα πως μου το «δωρίζει».
Βούτηξα και πήρα το ψάρι στο κεφάλι. Ήταν αρκετά πάνω από κιλό, Προσφέρθηκε να με βοηθήσει να ξεψαρίσω. Έβαλε το όπλο του ανάμεσα στα πόδια και έπιασε το ψάρι. Τότε έγινε το κακό. Η τρίαινα του βρέθηκε καρφωμένη στο αριστερό του πόδι, εμπρός και χαμηλά, πάνω από τον αστράγαλο. Με κοίταξε με μάτια γουρλωμένα. Το σοκ ήταν μεγάλο και για τους δυο μας. Άρχισε να μιλάει για.. .το χαμένο του πόδι, γιατρούς και ελικόπτερα. Άρπαξε ένα γερό χαστούκι, Με κοίταξε και του είπα: «Λίγη υπομονή στον πόνο και όλα θα πάνε καλά».
Εκατό κιλά άνθρωπος δεν ανεβαίνει εύκολα στο φουσκωτό, με το καμάκι στο πόδι, ούτε από τη σκάλα, Σπρώχνοντας με το κεφάλι από κάτω τον βοήθησα να καθήσει. Δέσαμε πρόχειρα τη βέργα πάνω στη γάμπα του για να μην κουνιέται και πονάει. Ευτυχώς, δεν αιμορραγούσε πολύ. Πέταξα μέσα το αγκυρόσχοινο και βάλαμε ρότα για το λιμάνι. Τεσσάρι καλό, που τα πολλά μίλια ενοχλούσαν το φίλο μου. Έσφιγγε τα δόντια όμως, και σε ένα τέταρτο μπαίναμε στο λιμάνι.
Το σπίτι του γιατρού ήταν ευτυχώς εκεί κοντά. Του εξήγησα με δύο λόγια το περιστατικό και κούνησε το κεφάλι του με τρόπο που δεν μου άρεσε, Κυριολεκτικά φορτώσαμε τον Ντένι στον ώμο του γιατρού και τραβήξαμε για το αγροτικό ιατρείο που βρίσκεται πάνω στο δρόμο, στην είσοδο της Χώρας. Αγκαλιά ο φίλος μου και πάνω στο τραπέζι, για το πρώτο... συμβούλιο.
Έριξα μια ματιά στο «ιατρείο». Ο άνθρωπος ήταν χειρούργος, όμως ούτε εργαλεία, ούτε αιμοστατικά, ούτε υποδομή για τέτοια επέμβαση είχε. Ξανά για ελικόπτερα ο Ντένις... και ο γιατρός άρχισε τα τηλέφωνα. Όμως το σίδερο έπρεπε να βγει, σ' αυτό συμφωνήσαμε όλοι. Μισή ώρα αργότερα και αφού έγινε πρόβα στα φώτα του ελικοδρομίου -έτσι έμαθε όλο το νησί πως κάποιος είχε χτυπήσει , μάθαμε πως αερομεταφορά δεν θα γινόταν, τουλάχιστον με κρατικό μέσο, γιατί κρίθηκε πως το περιστατικό θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί στη Νάξο.
Άρχισε το ψάξιμο για ιδιωτικό. Όμως η ώρα περνούσε και ο φίλος μου άρχισε να απογοητεύεται.
Ζήτησα ένα ηλεκτρικό κοφτάκι με δύο δίσκους για μέταλλα. Έναν καινούργιο και ένα μισοφαγωμένο. Άρχισαν όλοι να με κοιτούν περίεργα, Η σκέψη ήταν απλή. Το άκρο της τρίαινας, μέσα στο πόδι, ήταν ίδιο με το τρίτο, άρα ξέραμε πού ακριβώς ήταν το δόντι. Ζήτησα από το γιατρό να κάνει μία τομή ακριβώς πάνω από το σημείο αυτό, με τοπική αναισθησία. Έτσι θα εμφανιζόταν το δόντι, που θα τρόχιζα προσεκτικά με σκοπό να τραβήξουμε την τρίαινα πίσω. Αν κάτι τέτοιο δεν γινόταν, τότε θα κόβαμε το άκρο στο ίσιο του σημείο και θα τραβούσαμε να βγει από τη νέα τομή σαν διαμπερές τραύμα.
Δεν μπορώ να πω πως χειροκρότησαν την ιδέα μου, όμως άλλο φως δεν υπήρχε. Σε ελάχιστο χρόνο είχα ό,τι ζητούσα, μέχρι και μηχανικό κόφτη για μπετόβεργες μού έφεραν... Στρωθήκαμε στη δουλειά. Ο γιατρός έκανε την τομή κι εγώ άρχισα σιγά-σιγά να το τροχίζω για να μη ζεσταθεί το μέταλλο και γίνει άλλη ζημιά. Λίγα λεπτά αργότερα η βέργα ήταν ίσια και καθαρή. Πήρα ένα κομμάτι λαστιχένιο σωλήνα σαν μακαρόνι και τον καθάρισα με οινόπνευμα. Τη μια του άκρη την σφήνωσα στη μύτη της τρίαινας και την άλλη στο πώμα ενός μπουκαλιού οξυζενέ - ιωδίου. Τράβηξα με προσοχή την τρίαινα που έσυρε το σωλήνα μέσα στο τραύμα. Έτσι, έγινε ένα πρώτης τάξεως εσωτερικό πλύσιμο - απολύμανση.
Ο γιατρός ανέλαβε την επίδεση. Η ώρα κόντευε δέκα. Αγκαλιά, και στο λιμάνι, όπου μάθαμε πως μας έψαχνε το λιμεναρχείο, γιατί, λέει, ψαρεύαμε... νύχτα. Δεν δώσαμε σημασία, μόνο κάποιες διευκρινήσεις. Το καράβι έφευγε στις έξι το πρωί. Φρόντισα το φίλο μου και γύρισα μόνος με το φουσκωτό στην Αθήνα. Στο Τζάνειο μάς είπαν πως καλύτερη δουλειά δεν γινόταν!
Λίγες μέρες αργότερα ο φίλος μου έπαιζε τέννις. Η βέργα με την ξυρισμένη τρίαινα βρίσκεται στο σπίτι για ενθύμιο. Τέλος καλό, όλα
καλά.
Πώς έγινε; Όταν όπλισε, ένα κομμάτι από το μουλινέ σφηνώθηκε με τη βέργα στην είσοδο του όπλου και δεν βγήκε όταν σημάδευε το ψάρι. Μόλις το κράτησε στα πόδια του, με κάποιο ελαφρύ χτύπημα, απελευθερώθηκε και καρφώθηκε στο πόδι του. Έτσι απλά και συμπτωματικά.
Η τύχη ήταν με το μέρος του...